Μια από τις σημαντικότερες ελλείψεις στην εξιστόρηση της Μικρασιατικής Εκστρατείας είναι η απουσία βιογραφικών στοιχείων για τους ανθρώπους που συμμετείχαν. Από τις εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων που έλαβαν μέρος στο μεγαλύτερο πόλεμο του σύγχρονου ελληνικού κράτους, ελάχιστοι δημοσίευσαν κάτι. Τα πρόσωπα στις εκατοντάδες φωτογραφίες είναι χωρίς όνομα, λες και είναι μέρη του τοπίου. Ίσως το τραγικό τέλος επέβαλε τη σιωπή. Με την έλευση της νέας περιπέτειας του Πολέμου του 1940 και ιδίως του ελληνικού Εμφυλίου 1943-1949, οι συμμετέχοντες στην Μικρασιατικό Μέτωπο μπήκαν εντελώς σε δεύτερη μοίρα ενώ οι “αριστεροί” και οι “δεξιοί” έγιναν οι νέοι καλοί και κακοί.
Ελάχιστη ιστορική έρευνα έχει γίνει και για τις βιογραφίες και το επαγγελματικό έργο των στρατιωτικών που κατείχαν σημαντικές θέσεις και επηρέασαν τις εξελίξεις. Έτσι και αλλιώς, τη λιγοστή αυτή ιστορική έρευνα την απασχολεί μόνο η πολιτική τοποθέτηση και δράση των στρατιωτικών. Είναι ενδεικτικό της πολιτικής συσκότισης ότι οι αξιωματικοί εξετάζονται ιστορικά σχεδόν αποκλειστικά για την συμμετοχή τους στα κινήματα και ελάχιστα ή καθόλου για την επαγγελματική τους ποιότητα η οποία, μέσω των πολέμων, επηρέασε σημαντικά την πορεία του Έθνους.
Η έρευνα για τα στελέχη ενός στρατιωτικού οργανισμού είναι σημαντικό μεθοδολογικό εργαλείο για τη εξέταση του. Όμως, από όσο γνωρίζουμε, δεν υπάρχει σημαντικό βιογραφικό υλικό ούτε καν στη ΔΙΣ. Οι αναφορές σε 3-4 στρατηγούς και στον… Πλαστήρα είναι, προφανώς, τελείως ανεπαρκείς για σοβαρή αναφορά στον κρίσιμο παράγοντα της ποιότητας του στελεχιακού δυναμικού. Στο Διαδίκτυο υπάρχουν διάσπαρτες επιγραμματικές αναφορές καθώς και λίγες εκτενέστερες αλλά ελλιπείς, που πιθανότατα μαρτυρούν εξωραϊστικές εργασίες απογόνων.
Στην ενότητα που ακολουθεί θα παρουσιαστούν αρχικά ο Διοικητής της Ι Μεραρχίας που αποβιβάστηκε πρώτη, Συνταγματάρχης Πυροβολικού Ζαφειρίου Νικόλαος καθώς και οι διοικητές των Συνταγμάτων της:
- Αντισυνταγματάρχης Σταυριανόπουλος Διονύσιος (τον οποίο η ΔΙΣ αναγράφει συχνά ως Δημήτριο, χωρίς να το διορθώνει στα παροράματα), του 1/38 Συντάγματος Ευζώνων,
- Αντισυνταγματάρχης Τσάκαλος Κωνσταντίνος, του 5ου Συντάγματος Πεζικού, και
- Αντισυνταγματάρχης Σχινάς Αλέξανδρος, του 4ου Συντάγματος Πεζικού.
Προσέξτε ότι από την Μεραρχία που αποβιβάστηκε πρώτη, ο Διοικητής της και οι 2 από τους 3 διοικητές Συνταγμάτων της είχαν αντικατασταθεί πριν συμπληρωθεί το τρίμηνο.
Θα ακολουθήσουν και άλλες βιογραφίες, ενώ τα υπάρχοντα στοιχεία σταδιακά θα εμπλουτίζονται καθώς η προσπάθεια είναι εξελισσόμενη. Η έμφαση πάντως θα δοθεί στην επαγγελματική τους ικανότητα και την πολεμική τους δράση, καθώς για όποιον ενδιαφέρεται για την κομματική και πελατειακή καμαρίλα υπάρχουν ειδικά βιβλία. Αργότερα θα προστεθούν και περιγραφές μαχών από απλούς στρατιώτες.
Ζαφειρίου Νικόλαος
Ο Νικόλαος Ζαφειρίου
Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1871. Φοίτησε στην Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1894 ως Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού. Έλαβε μέρος στον πόλεμο του 1897 υπηρετώντας στο 2ο Σύνταγμα Πυροβολικού. Στους Βαλκανικούς Πολέμους υπηρέτησε στο Επιτελείο της Στρατιάς Ηπείρου κατά το 1912 και στο Επιτελείο της VIII Μεραρχίας κατά το 1913.
Το 1911 φοίτησε στην πρώτη σειρά της “Προπαρασκευαστικής Σχολής Επιτελών” που ίδρυσε η Γαλλική Αποστολή (το μετέπειτα “Σχολείο Ανωτέρων Σπουδών”), την πρώτη σχολή επιτελών στην Ελλάδα. Μετά στους Βαλκανικούς Πολέμους μετέβη το 1913 στο Παρίσι προκειμένου να μετεκπαιδευτεί στη Γαλλική “Ανωτέρα Σχολή Πολέμου” (Εcole Superieure de Guerre), αλλά είναι αμφίβολο αν συμπλήρωσε την προβλεπόμενη εκεί τριετή εκπαίδευση καθώς με τη έναρξη του Α’ ΠΠ, τo 1914, η Σχολή ανέστειλε την λειτουργία της.
Kατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ηγήθηκε του 1ου Συντάγματος Σερρών με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Το Μάιο του 1917 το Σύνταγμά του, υπαγόμενο στη γαλλική 122η Μεραρχία, επετέθη εναντίον της οχυρής τοποθεσία Ραβινέ, όπου υπήρχε ισχυρό γερμανικό παρατηρητήριο απ΄ όπου επισκοπείτο η συμμαχική διάταξη σε βάθος. Η τοποθεσία κατελήφθη κατόπιν πολύνεκρης μάχης και απετέλεσε την πρώτη μεγάλη νίκη του Στρατού Εθνικής Αμύνης. Το 1918 ορίστηκε Στρατιωτικός Διοικητής στην περιοχή της Θήβας προκειμένου να καταστείλει στασιαστικές ενέργειες μικρών τμημάτων του ΕΣ που αντετίθεντο στη συμμετοχή της Ελλάδος στον Α΄ΠΠ.[i]
Τη 2α Μαΐου του 1919, ως Διοικητής της 1ης Μεραρχίας Πεζικού με τον βαθμό του συνταγματάρχη, σχεδίασε το στρατιωτικό σκέλος και εκτέλεσε την αποβίβαση του ΕΣ στη Σμύρνη. Η επιχείρηση δεν πέτυχε πλήρως τον σκοπό της καθώς δημιουργήθηκαν αιματηρά επεισόδια με τους Τούρκους, που – μαζί με τα γεγονότα του Αϊδινίου – είχαν σοβαρές πολιτικές συνέπειες. Στη συνέχεια, αρχικά ως Αρχηγός του Στρατού Κατοχής της Μικράς Ασίας και κατόπιν (όταν ο Στρατός Κατοχής Μικράς Ασίας ενισχύθηκε σημαντικά) απλώς ως Διοικητής της Ι Μεραρχίας, συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την επέκταση της Ελληνικής Ζώνης Κατοχής στην Μικρά Ασία.
Τον Ιούλιο του 1919 παρέδωσε τη διοίκηση της Μεραρχίας, γεγονός που πιθανώς σχετίζεται με την άφιξη στη Σμύρνη τον Ιούνιο του ιδίου έτους του Αρχιστρατήγου Παρασκευόπουλου, ο οποίος είχε έρθει προκειμένου να εξετάσει επιτόπου την κατάσταση που δεν εξελισσόταν όπως ανέμενε η ελληνική πλευρά. Για το υπόλοιπο διάστημα μέχρι την πτώση του Βενιζέλου τον Νοέμβριο του 1920 δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία για τον Ζαφειρίου. Σύμφωνα με μια πηγή προήχθη σε υποστράτηγο τον Ιούλιο του 1920, σύμφωνα με άλλη παρέμεινε συνταγματάρχης, αλλά δε φαίνεται να ανέλαβε κάποια σημαντική θέση. Κατά την περίοδο των μεγάλων επιχειρήσεων στην Μικρά Ασία (1921 – 1922) δεν του ανετέθη διοίκηση και τελούσε στο εσωτερικό στη διάθεση του Υπουργείου Στρατιωτικών.
Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ανέλαβε Υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού ενώ ήταν ακόμα Συνταγματάρχης (σύμφωνα με μια πηγή) ή έχοντας ήδη το βαθμό του Υποστρατήγου (σύμφωνα με άλλη πηγή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως). Το 1925 προήχθη σε αντιστράτηγο, αναλαμβάνοντας διαδοχικά Διοικητής των Β΄, και Γ΄ Σωμάτων Στρατού. Αποστρατεύτηκε το 1926.
Πέθανε στη Αθήνα το 1947.
Σταυριανόπουλος Διονύσιος
Ο Διοικητής του 1/38 ΣΕ Σταυριανόπουλος Διονύσιος
(Πηγή: Εθν. Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών “Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος”
Γεννήθηκε στα Φιλιατρά το 1875. Κατετάγη στον ΕΣ και εν συνεχεία φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωματικών[ii] από όπου και εξήλθε το 1904 ως Ανθυπολοχαγός Πεζικού. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους με το βαθμό του υπολοχαγού ως Διοικητής Λόχου του 21ου Συντάγματος Πεζικού της VIIης Μεραρχίας. Διακρίθηκε στην υπεράσπιση της πόλης Νιγρίτας Σερρών από αιφνιδιαστική επίθεση του “συμμαχικού” τότε βουλγαρικού στρατού, την 20η προς 21η Φεβρουαρίου 1913, τέσσερις μήνες πριν την επίσημη έναρξη του ελληνο-βουλγαρικού πολέμου.
Με το ξέσπασμα του Β΄ Βαλκανικού Πολέμου ο Σταυριανόπουλος τραυματίστηκε στην μάχη του Σουλόβου (σημερινό χωρίο Σκεπαστό), τη 19η Ιουνίου 1913.
Το καλοκαίρι του 1916 πρωτοστάτησε στις ενέργειες για τη μεταφορά της VI Μεραρχίας του Δ’ ΣΣ στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να ενταχθεί στην Εθνική Άμυνα και να αποφύγει την αιχμαλωσία από τους Γερμανοβουλγάρους. Κατά τον Α΄ ΠΠ, αρχικά τοποθετήθηκε Διοικητής τάγματος της Μεραρχίας Σερρών, με το βαθμό του Ταγματάρχη. Το Μάιο του 1918, με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη, ηγήθηκε του 8ου Συντάγματος Κρητών (Μεραρχία Κρήτης) κατά την μάχη για την κατάληψη της οχυρής τοποθεσίας του Σκρά.
Τη 2α Μαΐου 1919, το 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων της Ιης Μεραρχίας αποβιβάστηκε στην Σμύρνη υπό την ηγεσία του, ανταλλάσοντας την ημέρα αυτή τα πρώτα πυρά της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Θεωρήθηκε υπεύθυνος από στρατιωτικής πλευράς για τα αιματηρά επεισόδια της ημέρας, κυρίως επειδή οδήγησε το Σύνταγμά του σε δρομολόγιο που περνούσε μπροστά από τους τουρκικούς στρατώνες και το Δοικητήριο, παρά τις αντίθετες υποδείξεις του ορισθέντος οδηγού, ο οποίος και του επεσήμαινε τον κίνδυνο από την επιλογή αυτή. Για τον λόγο αυτό, με παρέμβαση και του Εμμ. Ρέπουλη, Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης που κατέφθασε στην Σμύρνη, του αφαιρέθηκε μετά από λίγες μέρες η διοίκηση του Συντάγματος. Φαίνεται όμως ότι δεν έχασε την εμπιστοσύνη της στρατιωτικής ηγεσίας και παρέμεινε στην Σμύρνη.
Το Δεκέμβριο του ίδιου έτους του ανατέθηκε εκ νέου διοίκηση συντάγματος, αυτή του 6ου Συντάγματος Αρχιπελάγους. Στις επιθετικές επιχειρήσεις Ιουνίου-Ιουλίου 1920, επικεφαλής του ανωτέρω συντάγματος, κατέλαβε την πόλη Σόμα και συμμετείχε στην κατάληψη της Προύσας. Στην επιθετική αναγνώριση του Δεκεμβρίου 1920, διοικώντας προσωρινό σχηματισμό της VIIης Μεραρχίας από το 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους και το 2/39 Σύνταγμα Ευζώνων και μετά από αγώνα, εκδίωξε τους Τούρκους από οχυρές θέσεις στην κωμόπολη Κοβαλίτσα, στο δεξιό της ελληνικής διάταξης. Κατά την επίθεση του ΕΣ το Μάρτιο 1921, το Σύνταγμα του, μετονομασθέν σε 37ο Σύνταγμα, κατέλαβε και πάλι την τοποθεσία Κοβαλίτσας μετά από σκληρούς αγώνες.
Την ίδια χρονιά (1921) και παρά την θετική επίδοση των υπ’ αυτόν τμημάτων, απομακρύνθηκε από το στράτευμα όπου επανήλθε μετά την Καταστροφή του 1922 ως Διοικητής της ΧΙΙ Μεραρχίας με έδρα τις Φέρρες του Έβρου. Το 1926 προήχθη στο βαθμό του υποστρατήγου και ανέλαβε Επιθεωρητής στην Επιθεώρηση Πεζικού, μια πρώιμη μορφή των σημερινών Διευθύνσεων Όπλων-Σωμάτων.[iii]
Το 1932, υπηρετώντας στο Γενικό Επιτελείο Στρατού, ανέλαβε ως πρώτος Διευθυντής το νέο τότε “Γραφείο Πολεμικής Εκθέσεως”, πρώιμη μορφή της σημερινής Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού. Συνέταξε και εξέδωσε την τρίτομη πολεμική έκθεση “Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913″ που αποτέλεσε την επίσημη εξιστόρηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων των πολέμων αυτών.[iv]
Το 1935 αποστρατεύθηκε με την απονομή του βαθμού του αντιστρατήγου. Απεβίωσε στα Φιλιατρά το 1972 σε ηλικία 97 ετών.
Τσάκαλος Κωνσταντίνος
Ο Αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Τσάκαλος
Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι το 1882. Φοίτησε στην ιστορική Στρατιωτική Σχολή της Μόντενα στην Β. Ιταλία –από τις αρχαιότερες στον κόσμο – και κατετάγη στον ΕΣ το 1906 ως Ανθυπολοχαγός Πεζικού.
Μετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους ως Διοικητής Λόχου της Vης Μεραρχίας. Κατά της άτακτη υποχώρηση της μεραρχίας αυτής (που δεν πρέπει να συγχέεται με την V Μεραρχία Κρητών) κατά την συμπλοκή του Σόροβιτς (γνωστό ως “ατύχημα της Vης Μεραρχίας”), ο Τσάκαλος ήταν από τους λίγους αξιωματικούς που κατόρθωσε να διατηρήσει την συνοχή του τμήματός του, εμπειρία που θα αποδεικνυόταν πολύτιμη στην Μικρά Ασία.
Κατά τον Α’ ΠΠ συμμετείχε από την αρχή στο Στρατό Εθνικής Αμύνης, διοικώντας – ως Λοχαγός – Τάγμα του 2ου Συντάγματος Σερρών, ενός από τα πρώτα ελληνικά Συντάγματα που παρατάχθηκαν στην πρώτη γραμμή του Μακεδονικού Μετώπου, ήδη από το 1916. Με το σύνταγμα αυτό ο Τσάκαλος συμμετείχε το 1918, πάλι ως διοικητής τάγματος, στη μάχη για την κατάληψη της οχυρής τοποθεσίας του Σκρά.
Στην Μικρασιατική Εκστρατεία ο αντισυνταγματάρχης Τσάκαλος ήταν και πάλι από τους πρώτους διοικητές που εισήλθαν στον πόλεμο, ηγούμενος αυτή την φορά του 5ου Συντάγματος Πεζικού του ΕΣ που αποβιβάστηκε στην Σμύρνη τη 2α Μαΐου 1919. Στην συνέχεια συμμετείχε στις επιχειρήσεις για την σταθεροποίηση της ελληνικής κατοχής στην περιοχή του Αϊδινίου, αποκρούοντας τις επίμονες προσπάθειες των τούρκων να καταλάβουν την πόλη.
Ο Τσάκαλος δεν έμενε στο Σταθμό Διοικήσεως του αλλά ήταν αξιωματικός της πρώτης γραμμής. Συχνά ετίθετο επικεφαλής τμημάτων του Συντάγματός του, επεμβαίνοντας ο ίδιος σε κρίσιμους τομείς.
Στις επιθετικές επιχειρήσεις Ιουνίου-Ιουλίου 1920 το Σύνταγμά του, δρώντας σε επαφή με την Ιταλική Ζώνη Μαιάνδρου, ενεπλάκη με ιταλικό τμήμα το οποίο και κατανίκησε, συλλαμβάνοντας Ιταλούς αιχμαλώτους.
Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 απομακρύνθηκε από την Μ. Ασία και ετέθη σε κατάσταση “αναμονής” στο εσωτερικό.
Ο Κωνσταντίνος Τσάκαλος κατά την περίοδο που διοικούσε Σύνταγμα Νεοσυλλέκτων στη Μαγνησία.
(Πηγή: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο).
Μετά την αποτυχία των επιχειρήσεων στο Σαγγάριο επανήλθε στην Μ. Ασία αλλά τοποθετήθηκε διοικητής συντάγματος νεοσυλλέκτων στα μετόπισθεν, στη Μαγνησία (η φωτογραφία του εδώ πιθανότατα ανήκει σε αυτήν την περίοδο). Τελικά λίγο πριν την τουρκική επίθεση του Αυγούστου 1922, ανέλαβε τη διοίκηση του 2ου Συντάγματος Πεζικού (ΧΙΙΙ Μεραρχία).
Κατά την διάρκεια της τουρκικής επίθεσης τον Αύγουστο του 1922, το 2ο Σύνταγμα Πεζικού του Συνταγματάρχη Τσάκαλου ανέπτυξε εξαιρετική δράση κάτω από αντίξοες συνθήκες. Το Σύνταγμα αρχικά βοήθησε – δια ελιγμού – τη γειτονική V Μεραρχία στην ανακατάληψη της τοποθεσίας “Δασωμένη Κορυφή”. Με την έναρξη της ελληνικής υποχώρησης το 2ο Σύνταγμα του Τσάκαλου, διατηρώντας πλήρως το ηθικό και την συνοχή του, ανέλαβε μερικά από πιο δύσκολα καθήκοντα. Δύο από τα τρία τάγματα του Συντάγματος ανέλαβαν την θέση της εμπροσθοφυλακής και οπισθοφυλακής της συμπτυσσόμενης ΧΙΙIης Μεραρχίας. Το δε ΙΙΙ τάγμα, με επικεφαλής τον ίδιο τον Τσάκαλο, ανεπτύχθη ως πλαγιοφυλακή για να αντιμετωπίσει τουρκική φάλαγγα που προσπάθησε να προσβάλει πλευρικά την Μεραρχία. Την 16η Αυγούστου, κατά την μάχη του Χαμούρκιοϊ Ιλμπουλάκ, τάγμα του Συντάγματος Τσάκαλου, πάλι με τον ίδιο επικεφαλής, συνέδραμε τον αγώνα της Vης Μεραρχίας στο Ολουτζάκ εναντίον τουρκικής δύναμης – διαρκώς ενισχυόμενης – που προσέβαλε το πλευρό της.
Η ύστατη δοκιμασία για τον Συνταγματάρχη Τσάκαλο και το Σύνταγμά του ήρθε την επόμενη μέρα, τη 17η Αυγούστου 1922 κατά την μάχη του Αλή Βεράν. Στην κοιλάδα αυτή, που οι στρατιώτες ονόμασαν “Κοιλάδα Θανάτου”, στριμώχθηκαν και σχεδόν περικυκλώθηκαν 20.000 έως 25.000 άνδρες των πέντε μεραρχιών που αποτελούσαν την Ομάδα Τρικούπη. Η ΧΙΙΙ Μεραρχία στην οποία ανήκε ο Τσάκαλος ήταν μια από αυτές. Το 2ο Σύνταγμα τάχθηκε επί του Κιουτσούκ Αντά Τεπέ και ανέλαβε την άμυνα της κυκλωθείσας δύναμης από νότια μια από τις κρισιμότερες θέσεις. Κάτω από τα καταιγιστικά πυρά του υπέρτερου τουρκικού πυροβολικού που κυριολεκτικά εκτελούσε τις ελληνικές μονάδες, αμυνόμενο από πρόχειρες θέσεις και αντιμετωπίζοντας και σοβαρή έλλειψη πυρομαχικών, το 2ο Σύνταγμα τίμησε την Σημαία του αποκρούοντας όλες τις τουρκικές επιθέσεις. Ο διοικητής του 2ου Συντάγματος Συνταγματάρχης Τσάκαλος βρισκόταν και πάλι στη πρώτη γραμμή, περιφερόμενος έφιππος και εμψυχώνοντας τους άνδρες του ώσπου ένα θραύσμα τουρκικού βλήματος τον τραυμάτισε βαριά. Ο Τσάκαλος, αν και ήξερε ότι το τέλος του είναι πολύ κοντά, ρωτούσε για την έκβαση της μάχης. Του απαντούσαν ότι η μάχη κερδίζεται και αυτός τελικά αποκρίθηκε “Πεθαίνω ευχαριστημένος…“, αφήνοντας την τελευταία πνοή του, αργά το απόγευμα της 17ης Αυγούστου 1922.
Χάρη στην σκληρή αντίσταση του 2ου Συντάγματος του Συνταγματάρχη Κωνσταντίνου Τσάκαλου καθώς και ορισμένων άλλων μονάδων μέχρι την έλευση της νύχτας, έγινε δυνατή η διαφυγή υπό το σκότος χιλιάδων ανδρών της Ομάδας Τρικούπη που γλύτωσαν την αιχμαλωσία ή τον θάνατο.
Σχινάς Αλέξανδρος
Πολύ λίγα πράγματα μας είναι γνωστά για αυτόν το αξιωματικό, αν και με τη δράση του έπαιξε σημαντικό ρόλο κατά την πρώτη περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Γεννήθηκε στην Λαμία το 1879. Μετείχε στον πόλεμο του 1897, στους Βαλκανικούς Πολέμους και στον Α΄ΠΠ, 1917-1918.
Τη 2α Μαΐου 1919, το 4ο Σύνταγμα Πεζικού της Ιης Μεραρχίας με Διοικητή τον Αντισυνταγματάρχη Σχινά αποβιβάστηκε στην Σμύρνη. Στο Σύνταγμα ανετέθη η επέκταση της ελληνικής κατοχής προς την κοιλάδα του Μαιάνδρου και με τον Σχινά επικεφαλής την 14 Μαΐου 1919 κατέλαβε αμαχητί την πόλη του Αϊδινίου στην οποία άκμαζε το ελληνικό στοιχείο. Ένα μήνα αργότερα, ο Αντισυνταγματάρχης Σχινάς διοικούσε Μικτό Απόσπασμα (κυρίως από το Σύνταγμά του) επιφορτισμένο με την ασφάλεια του Αϊδινίου.
Τη 15η Ιουνίου εναντίον του Μικτού Αποσπάσματος Σχινά στο Αϊδίνιο επετέθησαν τουρκικές ομάδες Ζεϊμπέκων οπλαρχηγών και τακτικών τουρκικών τμημάτων, δυνάμεως όχι μεγαλύτερης των ελληνικών. Κατά την επακολουθήσασα συμπλοκή το Απόσπασμα Σχινά σταδιακά έχασε τον έλεγχο της μάχης και κατόπιν σφοδρών οδομαχιών, στις οποίες συμμετείχε και ο πληθυσμός των τουρκικών συνοικιών, υποχώρησε στις παρυφές της πόλης. Στη συνέχεια, τη 17η Ιουνίου 1919, παρά τις σαφείς διαταγές να μην εγκαταλείψει “επ΄ ουδενί” τις θέσεις του, ο Σχινάς επικαλούμενος μεγάλη έλλειψη πυρομαχικών και πιεζόμενος από τις τουρκικές δυνάμεις, διέταξε την εγκατάλειψη της πόλεως του Αϊδινίου και την σύμπτυξη του Αποσπάσματος του, τελικά 30 χιλιόμετρα δυτικότερα.
Το Αϊδίνιο καταστράφηκε και oι περισσότεροι έλληνες κάτοικοι εξοντώθηκαν μετά την μάχη, η οποία απετέλεσε την πρώτη σημαντική ήττα του ΕΣ στην Μ. Ασία, με σοβαρές συνέπειες. Από τον αντισυνταγματάρχη Σχινά αφαιρέθηκε η διοίκηση του 4ου Συντάγματος και με άλλους αξιωματικούς προσήχθη στο Στρατοδικείο Σμύρνης τον Ιούλιο του 1919. Οι απολογία του εστιάστηκε κυρίως στην έλλειψη των αναγκαίων για την συνέχεια της αμύνης πυρομαχικών. Από τους μάρτυρες άλλοι κατέθεσαν ότι δεν υπήρχε δυνατότητα περαιτέρω αμύνης και άλλοι ότι υπήρχε. Το Στρατοδικείο δε δέχτηκε ότι είχε εξαντληθεί κάθε δυνατότητα και καταδίκασε τον Σχινά σε ισόβια δεσμά.
Δεν υπάρχουν (προς το παρόν) άλλα στοιχεία για την τύχη του αντισυνταγματάρχη Σχινά, παρά μόνον ότι αποστρατεύτηκε το 1923 με τον αυτό βαθμό.
No comments:
Post a Comment