Τα σπίτια πεντακάθαρα , στρωμένα όλα με τα γιορτινά στρωσίδια , οι τζακοποδιές φρεσκοσιδερωμένες , όλα ..μύριζαν πάστρα , μύριζαν..Χριστούγεννα ..
Οι φλόγες χόρευαν στη φωτιά και το κρύο έξω σε..περόνιαζε , όλη τη νύχτα διατηρούσαμε τη φωτιά να μη σβύσει - σε ανάμνηση της φωτιάς των..βοσκών . Στο θαμπό φως του καντηλιού , έβλεπα , σαν ξυπνούσα καμιά φορά , τη νύχτα της παραμονής , να ρίχνουν ξύλα στο τζάκι , πότε η μάνα , πότε ο πατέρας , να την ..ταίζουν , όπως έλεγαν .
Νύχτα χτυπούσε η καμπάνα γιά την εκκλησία , μικρά παιδιά , με τόσο κρύο , και ποτέ δεν διανοηθήκαμε να πούμε " κάνει κρύο δεν ..πάμε ". Κοινωνούσαμε και γυρίζαμε , θαμπά ακόμη , σαν γυρίζαμε βρίσκαμε το κοντοσούφλι . Αυτή τη μέρα , η μάλλον Χριστούγεννα πρωί - πρωί , δεν καθόμασταν στο τραπέζι , όλοι σταυροπόδι στην παραστιά , γύρω απ' τον πατέρα , τη μάνα , μοσχοβολιά απ' το ψημένο κρέας , αγάπη , ομορφιά..
Τρώγαμε , πίναμε , τραγουδάγαμε , ψέλναμε , το ψωμί το έβαζε ο πατέρας στο κεφάλι του και έτσι το έκοβε , το..έσπαγε , αυτό ήταν το έθιμο . Ερχόταν σε λίγο ο νουνός μου ο Σακαρέλος με την νταμιτζάνα , ο Λιάγκουρας κι' άρχιζε η ..κρασοκατάνυξη . Εβίβα σου , εβίβα μου , " κουμπάρε χρόνια πολλά " , και σε λίγο..φκιαγμένοι τα..σταγκάνιζαν .
Άρχιζαν απ' το.." Αγγέλω μ' κρένει η μάνα σου " και κατέληγαν στην ..κλασσική.." Νεραντζούλα "...Τ' απόγευμα πηγαίναμε στα συγγενικά σπίτια , στο σόι , τρώγαμε , πίναμε , χορεεύαμε , όλα τα σπίτια αντιλαλούσαν απ' τα τραγούδια . Γι' αυτό και μάθαμε να τραγουδάμε και να χορεύουμε . Βλέπω τα σημερινά παιδιά να ντρέπονται να τραγουδήσουν και να χορέψουν τους ντόπιους χορούς και στενοχωριέμαι .
Χώρια που μας λένε.." βλαχιά "...
Τότε , το σπίτι ήταν γεμάτο αγάπη και ζεστασιά , το γλυκό και υπομονετικό βλέμμα της μάνας μου είναι βαθειά χαραγμένο στην ψυχή μου . Τέτοιες μέρες την αποζητώ πιό πολύ . Αποζητώ εκείνα τα Χριστούγεννα , εκείνο τον κόσμο κι' όχι το σημερινό..τρελλοκομείο , αποζητώ τη νιότη μου , τη στερημένη αλλά..ανθρώπινη..
Δεν μπορώ όμως , να μη χαμογελάσω σαν θυμηθώ τον καθηγητή της Φυσικής Κώστα Καραμήτσο στο Μαλανδρίνο , τότε που είχε μεταφερθεί εκεί το Γυμνάσιο Λιδορικίου , το 46-47 . Σήκωσε στον πίνακα μιά μαθήτρια Μαλανδρινέα , του έλεγε άσχετα..πράγματα , μάλλον ασυναρτησίες . Τότε , με εκείνο το ανεπανάληπτο ειρωνιοκό του ύφος , που σ'έκανε..σκόνη , ρώτησε : " Παιδί μου πότε έχουμε Χριστούγεννα ; ". " Τότι π' σφάζουμι του...γρούνι , κ . καθηγητά .."
" Και..πότε σφάζουμε το γουρούνι , παιδί μου ; "
"...Στ'ς..εικουσι..τρείς Σιπτιμβρίου..." !!!
Το τι έγινε ..δεν λέγεται , δεν..περιγράφεται...
Και κάτι άλλο ακόμα που θυμάμαι από Χριστούγεννα κατοχικά . Ο Ηλίας Παπανικολάου , ο φαρμακοποιός , είχε κρεμάσει αποβραδίς , στο κάτω μπαλκόνι , κατά το δρόμο , ένα ωραίο κομμάτι κρέας , από μανάρι . Κάποιος , όμως τη νύχτα , σκαρφάλωσε στο μπαλκόνι και το πήρε . Πάει η Ειρήνη , να το πάρει την άλλη μέρα , άφαντο το...κρέας , κατοχή...πείνα ..
Κάποιος έκανε καλά Χριστούγεννα κι' ο φαρμακοποιός έτρεχε Χριστουγεννιάτικα να βρει ..κρέας ..Η πάντα καλόκαρδη γυναίκα του η Ειρήνη , μου το έλεγε γελώντας πολλά χρόνια αργότερα..
Ας ήταν να γύριζα πίσω στο μονο..κάμαρο , στο τζάκι με τη φωτιά , μεόλους τους δικούς μου γύρω , με όλο το ..συγγένιο , με κείνη την ωραία μυρωδιά του σπιτιού - κυδώνι , μάραθο , ψωμί ζυμωμένο ..Τίποτα απ' όλα αυτά όμως ...ξεραίλα !
Μπόλικοι κουραμπιέδες , δέντρα ψεύτικα , ψεύτικα στολίδια , φώτα , τηλεόραση , αποξένωση μέσα στο ίδιο σου το..σπίτι , κι' ένα απέραντο...κενό...."
Αυτή ήταν αδέρφια , η..γλυκειά Χριστουγεννιάτικη ανάμνηση , απ' την παλιά Λιδορικιώτικη ζωή , της χωριανής και φίλης Τασίας Κατσώνη - Μαραγκού , που δημοσιεύτηκε στο " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " το Δεκέμβριο του 1983 ...
Καλό σας βράδυ ......Κ.-
No comments:
Post a Comment