O Mαλάμος δούλευε κυρίως αχθοφόρος στα φορτηγά , που και που έβγαζε και καμιά ρίζα από 'να χωράφι , πούχε κοντά στου Σερεντέλου το καμίνι . Ακόμα ήταν ο καλύτερος πρακτικός κτηνίατρος και μοναδικός να " διαλέγει " τα ζώα - αυτά που είχαν βγάλει στα μάτια - μεταχειριζόμενος νισαντήρι η σουπιοκόκκαλο .
Ο Ζήσιμος - αντίθετα - δν είχε δουλέψει ποτέ στη γη ούτε είχε καμιά σχέση μαζί της . Ούτε χωράφια ούτε αμπέλια . Μόνος του έπινε το κρασάκι του , δεν ήθελε υποχρεώσεις . Πήγαινε στην ταβέρνα , μόνος του κερνούσε τον εαυτό του , τσουγκρίζοντας το ποτήρι με το κατοστάρι κι' έλεγε :
- Στην υγειά σου , Ζήσιμε !
- Εβίβα , Καραγιώργο !
Ήταν δηλαδή άνθρωπος κάπως μονόχνωτος , δεν ήθελε νταραβέρια με τους άλλους . Πολύ δε περισσότερο δεν ήθελε χρέη . Γι' αυτό , την ώρα που έφευγε από τούτο τον κόσμο , έδινε εντολή στην πιστή του Γαριφαλιά να στείλη τη Νίτσα την κόρη του να δώσει μιά (1) δραχμή στον Καραμήτσο , που του χρωστούσε από'να κουτί σπίρτα . Να μη φύγει και λένε πίσω του πως " άφησε χρέη ! "
Ο Μαλάμος όμως ήταν άλλος τύπος . Εύχαρης , καλαμπουρτζής , κοινωνικός , χρυσή καρδιά , ανεπίληπτος σε ήθος . Αγαπούσε τα παιδιά και το συνηθισμένο του αστείο ήταν να τους κάνει το χαχαμίκο , τραγουδώντας το πασίγνωστο " βίζο λε βίζο , όσπερε λε μοζά ", του Καραγκιόζη .
Τώρα το ντελάλισμα κι' οι δυό τους τό 'χαν σαν επικουρικό , θα λέγαμε , επάγγελμα η μάλλον απασχόληση . Δεν ζούσαν απ' αυτό , αλλά όλο και κάτι έβγαζαν ιδίως με τα " κηρύκεια τέλη " των δημοπρασιών , που γίνονταν κάτω απ' τον πλάτανο της Βαθειάς κάθε Κυριακή . Χαρτιά , μελάνια , στυπόχαρτα πάνω σ'ένα τραπέζι και δίπλα ο δημόσιος υπάλληλος η ο πρόεδρος - αν ήταν κοινοτική δημοπρασία - και απαραίτητος ο " δημόσιος κήρυξ " ( Ζήσιμος η Μαλάμος ) να φωνάζει :
-Άρχεται η δημοπρασία ...οι ενδιαφερόμενοι να ...κυρ-κοπιάσουνε . (Αυτό το ..κυρ-κοπιάσουνε είχε την έννοια ότι όποιος κύριος είχε την ευγενή καλοσύνη μπορούσε να έλθει κι' ο εκφωνητής το'λεγε με Λιδωρικιώτικο τακτ , τέτοιο που ούτε ο σπήκερ του οίκου Σοθμπυ στο Λονδίνο δεν έχει ).
- Έχει άλλος κύριος ...ένε..δύο ...Η ώρα πλησιάζει ...έχει άλλος ; Η δημοπρασία θα κατακυρωθείειειειειε...
Κι' όταν τέλειωνε η δημοπρασία οι κήρυκες έπαιρναν τα νόμιμα κηρύκεια τέλη , αλλά κι ο τελευταίος πλειοδότης όλοκαι κάτι τους άφηνε . Κι ήταν τα κηρύκεια καλό..χαρτζιλίκι , μόνο που δεν ήταν συχνά .
Ακόμα είχαν και το εμπορικό , το ιδιωτικό , το συγκοινωνιακό ντελάλι και σπάνια και το καλλιτεχνικό .
Αν κάποιος έμπορος άνοιγε ένα κουτί σαρδέλες , κανένα βαρέλι τυρί , μπακαλιάρο η γενικά κάτι που λόγω της έλλειψης ψυγείων , εκείνη την εποχή , δεν κρατούσε κι έπρεπε να καταναλωθεί σύντομα , έβγαιναν οι ντελάληδες και διαλαλούσαν το εμπόρευμα .
Αν ένα αυτοκίνητο άλλαζε δρομολόγιο η έφευγε κάποιο γιά την Αθήνα , πάλι στο ντελέλη κατέφευγαν να το μάθουν οι ενδεχόμενοι επιβάτες .
Στο καλοκαίρι ξέπεφτε και κανένα μπουλούκι ηθοποιών . Πάλι οι ντελάληδες θά 'διναν το χαμπέρι . Στα παλιότερα χρόνια , 30-35 , ερχόταν ο περίφημος καραγκιοζοπαίχτης Βασίλαρος κι είχε μόνιμο στέκι στο καφενείο του Ανδρίτσου . Αυτός έβαζε και τους δυό να εκφωνούν την παράσταση .
Ο τρόπος της εκφώνησης του κηρύγματος ήταν ο ίδιος και γιά τους δύο . Άλλαζε όμως στην κατακλείδα , την επωδό . Ο Ζήσιμος τέλειωνε πάντα με τη φράση : " χούμα , ύσκα , πριόβολος " και τα πιτσιρίκια του απαντούσαν " εν χορώ " " μπαρούτττττ " . Ο Μαλάμος τέλειωνε με τη λέξη " ίσιουμααααα " και οι πιτσιρικάδες του απαντούσαν " γκρεμός , σάρραααα " .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι......
No comments:
Post a Comment