Τα Λιδορικιώτικα..Μ.Μ.Ε , της εποχής , ο μπάρμπα Μαλάμος κι' ο μπάρμπα Ζήσιμος , σε..χωριστές φωτογραφίες , δυστυχώς , στην πρώτη ο Μαλάμος , τρίτος από αριστερά και στην κάτω , ο Ζήσιμος , μπροστά -μπροστά καθιστός με το κοφίνι..πλήρες..κοκοτακίων , στο πανηγύρι τ΄Αι Νικόλα , τη δεκαετία του 50 , του Μαλάμου υπάρχουν αρκετές φωτογραφίες , του Ζήσιμου όμως είναι η μοναδική που έχει βρεθεί .
ΖΗΣΙΜΟΣ ΚΑΙ ΜΑΛΑΜΟΣ ΟΙ ΝΤΕΛΑΛΗΔΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ...
Δυό απ' τους χαρακτηριστικότερους τύπους του προπολεμικού Λιδορικιού ήταν κι' οι ντελάληδές του - γνωστοί σ' όλη την Επαρχία : Οι μακαρίτες Ζήσιμος Καραγιώργος κι' ο Γιώργος Καραμήτσος , κατά κόσμον Μαλάμος .
Έντιμοι φαμελιάρηδες , άκακοι , καλόκαρδοι , κατάφεραν να ζήσουν χωρίς να κάνουν ουτ' ένα εχθρό κι' άφησαν πεντακάθαρο όνομα στα παιδιά τους και μιά αγαθή ανάμνηση στους Λιδορικιώτες .
Ο Μαλάμος ήταν Σαλωνίτης , σώγαμπρος στο Λιδορίκι κι' ο Ζήσιμος απ' την Κωστάριτσα . Κι' οι δυό τους όμως ζυμώθηκαν και δέθηκαν τόσο πολύ με το Λιδορίκι , που είναι αδύνατο να τους πεις ξένους . Και ο Μαλάμος και ο Ζήσιμος είχαν συντρόφισσές τους πανάξιες και ξεχωριστές σε εξυπνάδα και προκοπή .
Και τους συμπαραστάθηκαν ως τη στερνή τους πνοή , με πίστη κι' αφοσίωση υποδειγματική .Η θειά Θυμιούλα - η Μαλαμαινα - έριχνε τα χαρτιά . Συνέχιζε την παράδοση της ΄" πάλαι ποτέ ανά το πανελλήνιον διαλαμψάσης " περιβόητης Μαλαχαβιούς , απ' τη Γρανίτσα , κι' απ' το σπίτι της περνούσαν όλες οι ερωτοχτυπημένες κι' " αμποδεμένες " χωριατοπούλες των απάνω χωριών, ζητώντας π' αυτήν να τους ρίξει τα χαριά η να τους " λύσει τα μάγια ".
Και της έφερναν γιά πληρωμή δυό τουλούπες ξασμένο μαλλί η ένα μαύρο κόκορα !Κάποτε δυό Μουσουνιτσιώτισσες ρωτούσαν τον ίδιο το Μαλάμο - χωρίς να ξέρουν ποιός ήταν - μπροστά στην ταβέρνα του του Καππο- Θανάση , να τους πει ποιό ήταν το σπίτι της Μαλάμως .
Ο Μαλάμος τους έδειξε του Καραβάνα το γεφύρι και τους είπε πως να βρουν το σπίτι της . Σαν έφυγαν οι γυναίκες ρώτησε ο Λιάγκουρας τι θέλανε οι γυναίκες . Κι' ο Μαλάμος απάντησε : " Τίποτε ! Κόκορα θάχουμε το μεσημέρι " , εννοώντας τον κόκορα που θάφερναν οι γυναίκες γιά πληρωμή , γιά το ρίξιμο των χαρτιών .
Η Γαριφαλιά του Ζήσιμου όμως ήταν άλλος τύπος . Κρατούσε από νησί και στα νιάτα της αγάπησε τον λεβέντη της ανακτορικής φρουράς Ζήσιμο και τον ακολούθησε στο Λιδορίκι , πιστή σ' αυτόν , αλλ' αναφομοίωτη στο τραχύ και βαρύ Δωρικό περιβάλλον .
Αράδιασε πάνω από 10 παιδιά , έζησε στο χωριό πάνω από 70 χρόνια κι' όμως τη νησιώτικη προφορά της , ποτέ δεν την άλλαξε .Αυτή έζησε και μεγάλωσε τα παιδιά της , έφτιασε τριώροφο σπίτι , με τα χρυσά της χέρια .
Και τι δεν έκανε , μέχρι και την οδοντογιάτρισσα . Κάπου είχε βρει μιά πραγματική δοντάγρα και μ' αυτή - τότε που ακόμα δεν υπήρχαν επιστήμονες οδοντογιατροί - ξερίζωνε τα πονεμένα δόντια των χωριανών , ιδίως αυτά της νεογιλούς οδοντοφυίας των παιδιών .
Κι'η πληρωμή της ένα πιάτο καθαρισμένη φακή η τραχανά .Δοκίμασα κι' εγώ την τανάλια της , γιατί δεν ήθελα να πάω στον Δημητράκη το Μαργέλλο . Και σας διαβεβαιώνω πως δεν αισθάνθηκα τον παραμικρό πόνο . Ίσως γιατί πριν πα' την εξαγωγή , βλέποντάς την να'ρχεται με τη φοβερή της τανάλια , κατάπια όλο το ούζο , που μούχε δώσει να γεμίσω το στόμα μου , γιά να μουδιάσει το " αναθεματισμένο ".
Μου τόβγαλε ακαριαία και μου τόδωσε λέγοντας με την ιδιάζουσα νησιώτικη προσφορά της : " Πάρ' το βρε , και πέτα το στα κεραμίδια σου και να πεις τρεις φορές : Πάρε κουρούνα κόκκαλο και φέρ'το μου ασημένιο " .
Η βασική της όμως ασχολία ήταν η αποκλειστική παραγωγή και εκμετάλλευση των πασίγνωστων ζαχαρωτών της . Τα περίφημα " κοκοτάκια " της , που τα λαχτάρησε και τα γεύτηκε όλη η κάτω των 70 ετών Δωρίδα .
Η παρασκευή τους ήταν το " μυστικό " της οικογένειας Καραγιώργου και φυλάχτηκε καλύτερα κι απ' το μυστικό της ..βόμβας υδρογόνου . Κι όμως εγώ σκαλίζοντας μιά Χημεία του Γυμνασίου , τ' ανακάλυψα .
Το σιρόπι πήζει όταν ρίξεις μέσα μιά χημική ουσία που λέγεται " κρεμόριουμ ". Τό 'πα στον μπάρπα Ζήσιμο κι' εκείνος σαστισμένος μου είπε :- Παιδί μου , Αλέκο , μ' αυτό το μαραφέτι έζησα και ζω τη φαμελιά μου . Εσένα ο πατέρας σου και χωράφια και μαγαζί έχει . Εγώ μ' αυτό ζω . Μην το πεις πουθενά .Πραγματικά δεν τό 'πα .
Κι η θειά Γαρουφαλιά κι ο μπάρμπα Ζήσιμος γύριζαν με τη γλυκιά τους πραμάτεια , πρώτοι και καλύτεροι , σ' όλα τα πανηγύρια της άνω Δωρίδα .
Δεν γινόταν πανηγύρι χωρίς αυτούς , ιδίως στα φτωχοχώρια και στα φτωχοπανήγυρα , γιατί στ'άλλα έρχονταν κι άλλοι με πλουσιότερο εμπόρευμα .
Με κοκοτάκια , καλαθάκια και βραχιολάκια ( ωραία τριανταφυλλόχρωμα γλειφιτζούρια και τα τρία αυτά ) και με καραμέλες γάλακτος " φλόκα " ο γερο Ζήσιμος γύριζε και φώναζε " ο πενήντας " ( γιατί ό,τι έπαιρνες είχε 50 λεπτά ) στα πανηγύρια , στο χωριό , στα διαλείμματα των σχολείων κι έβγαζε το ψωμάκι του .
Το καλοκαίρι έκανε και το μανάβη μόνος του η συνεργαζόμενος με τον Παναγιώτη Μπήλιο η τον Βασίλη Καραμήτσο και συναγωνιζόταν επαγγελματικά τον πατέρα μου , χωρίς όμως να μπορούν να τον φτάσουν , γιατί ο μακαρίτης ο πατέρας μου ήταν " έμπορος " γεννημένος με φαντασία κι έμφυτο εμπορικό δαιμόνιο .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι........
Σημειώνουμε πως η όμορφη και ..νοσταλγική αυτή ..ανάμνηση , ανήκει στον αξέχαστο Λιδορικιώτη και φίλο , Αλέκο Κωστάκη , Καφτανιαλέκο , και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα " Λιδωρίκι " του Γιώργου Καψάλη .
Δυό απ' τους χαρακτηριστικότερους τύπους του προπολεμικού Λιδορικιού ήταν κι' οι ντελάληδές του - γνωστοί σ' όλη την Επαρχία : Οι μακαρίτες Ζήσιμος Καραγιώργος κι' ο Γιώργος Καραμήτσος , κατά κόσμον Μαλάμος .
Έντιμοι φαμελιάρηδες , άκακοι , καλόκαρδοι , κατάφεραν να ζήσουν χωρίς να κάνουν ουτ' ένα εχθρό κι' άφησαν πεντακάθαρο όνομα στα παιδιά τους και μιά αγαθή ανάμνηση στους Λιδορικιώτες .
Ο Μαλάμος ήταν Σαλωνίτης , σώγαμπρος στο Λιδορίκι κι' ο Ζήσιμος απ' την Κωστάριτσα . Κι' οι δυό τους όμως ζυμώθηκαν και δέθηκαν τόσο πολύ με το Λιδορίκι , που είναι αδύνατο να τους πεις ξένους . Και ο Μαλάμος και ο Ζήσιμος είχαν συντρόφισσές τους πανάξιες και ξεχωριστές σε εξυπνάδα και προκοπή .
Και τους συμπαραστάθηκαν ως τη στερνή τους πνοή , με πίστη κι' αφοσίωση υποδειγματική .Η θειά Θυμιούλα - η Μαλαμαινα - έριχνε τα χαρτιά . Συνέχιζε την παράδοση της ΄" πάλαι ποτέ ανά το πανελλήνιον διαλαμψάσης " περιβόητης Μαλαχαβιούς , απ' τη Γρανίτσα , κι' απ' το σπίτι της περνούσαν όλες οι ερωτοχτυπημένες κι' " αμποδεμένες " χωριατοπούλες των απάνω χωριών, ζητώντας π' αυτήν να τους ρίξει τα χαριά η να τους " λύσει τα μάγια ".
Και της έφερναν γιά πληρωμή δυό τουλούπες ξασμένο μαλλί η ένα μαύρο κόκορα !Κάποτε δυό Μουσουνιτσιώτισσες ρωτούσαν τον ίδιο το Μαλάμο - χωρίς να ξέρουν ποιός ήταν - μπροστά στην ταβέρνα του του Καππο- Θανάση , να τους πει ποιό ήταν το σπίτι της Μαλάμως .
Ο Μαλάμος τους έδειξε του Καραβάνα το γεφύρι και τους είπε πως να βρουν το σπίτι της . Σαν έφυγαν οι γυναίκες ρώτησε ο Λιάγκουρας τι θέλανε οι γυναίκες . Κι' ο Μαλάμος απάντησε : " Τίποτε ! Κόκορα θάχουμε το μεσημέρι " , εννοώντας τον κόκορα που θάφερναν οι γυναίκες γιά πληρωμή , γιά το ρίξιμο των χαρτιών .
Η Γαριφαλιά του Ζήσιμου όμως ήταν άλλος τύπος . Κρατούσε από νησί και στα νιάτα της αγάπησε τον λεβέντη της ανακτορικής φρουράς Ζήσιμο και τον ακολούθησε στο Λιδορίκι , πιστή σ' αυτόν , αλλ' αναφομοίωτη στο τραχύ και βαρύ Δωρικό περιβάλλον .
Αράδιασε πάνω από 10 παιδιά , έζησε στο χωριό πάνω από 70 χρόνια κι' όμως τη νησιώτικη προφορά της , ποτέ δεν την άλλαξε .Αυτή έζησε και μεγάλωσε τα παιδιά της , έφτιασε τριώροφο σπίτι , με τα χρυσά της χέρια .
Και τι δεν έκανε , μέχρι και την οδοντογιάτρισσα . Κάπου είχε βρει μιά πραγματική δοντάγρα και μ' αυτή - τότε που ακόμα δεν υπήρχαν επιστήμονες οδοντογιατροί - ξερίζωνε τα πονεμένα δόντια των χωριανών , ιδίως αυτά της νεογιλούς οδοντοφυίας των παιδιών .
Κι'η πληρωμή της ένα πιάτο καθαρισμένη φακή η τραχανά .Δοκίμασα κι' εγώ την τανάλια της , γιατί δεν ήθελα να πάω στον Δημητράκη το Μαργέλλο . Και σας διαβεβαιώνω πως δεν αισθάνθηκα τον παραμικρό πόνο . Ίσως γιατί πριν πα' την εξαγωγή , βλέποντάς την να'ρχεται με τη φοβερή της τανάλια , κατάπια όλο το ούζο , που μούχε δώσει να γεμίσω το στόμα μου , γιά να μουδιάσει το " αναθεματισμένο ".
Μου τόβγαλε ακαριαία και μου τόδωσε λέγοντας με την ιδιάζουσα νησιώτικη προσφορά της : " Πάρ' το βρε , και πέτα το στα κεραμίδια σου και να πεις τρεις φορές : Πάρε κουρούνα κόκκαλο και φέρ'το μου ασημένιο " .
Η βασική της όμως ασχολία ήταν η αποκλειστική παραγωγή και εκμετάλλευση των πασίγνωστων ζαχαρωτών της . Τα περίφημα " κοκοτάκια " της , που τα λαχτάρησε και τα γεύτηκε όλη η κάτω των 70 ετών Δωρίδα .
Η παρασκευή τους ήταν το " μυστικό " της οικογένειας Καραγιώργου και φυλάχτηκε καλύτερα κι απ' το μυστικό της ..βόμβας υδρογόνου . Κι όμως εγώ σκαλίζοντας μιά Χημεία του Γυμνασίου , τ' ανακάλυψα .
Το σιρόπι πήζει όταν ρίξεις μέσα μιά χημική ουσία που λέγεται " κρεμόριουμ ". Τό 'πα στον μπάρπα Ζήσιμο κι' εκείνος σαστισμένος μου είπε :- Παιδί μου , Αλέκο , μ' αυτό το μαραφέτι έζησα και ζω τη φαμελιά μου . Εσένα ο πατέρας σου και χωράφια και μαγαζί έχει . Εγώ μ' αυτό ζω . Μην το πεις πουθενά .Πραγματικά δεν τό 'πα .
Κι η θειά Γαρουφαλιά κι ο μπάρμπα Ζήσιμος γύριζαν με τη γλυκιά τους πραμάτεια , πρώτοι και καλύτεροι , σ' όλα τα πανηγύρια της άνω Δωρίδα .
Δεν γινόταν πανηγύρι χωρίς αυτούς , ιδίως στα φτωχοχώρια και στα φτωχοπανήγυρα , γιατί στ'άλλα έρχονταν κι άλλοι με πλουσιότερο εμπόρευμα .
Με κοκοτάκια , καλαθάκια και βραχιολάκια ( ωραία τριανταφυλλόχρωμα γλειφιτζούρια και τα τρία αυτά ) και με καραμέλες γάλακτος " φλόκα " ο γερο Ζήσιμος γύριζε και φώναζε " ο πενήντας " ( γιατί ό,τι έπαιρνες είχε 50 λεπτά ) στα πανηγύρια , στο χωριό , στα διαλείμματα των σχολείων κι έβγαζε το ψωμάκι του .
Το καλοκαίρι έκανε και το μανάβη μόνος του η συνεργαζόμενος με τον Παναγιώτη Μπήλιο η τον Βασίλη Καραμήτσο και συναγωνιζόταν επαγγελματικά τον πατέρα μου , χωρίς όμως να μπορούν να τον φτάσουν , γιατί ο μακαρίτης ο πατέρας μου ήταν " έμπορος " γεννημένος με φαντασία κι έμφυτο εμπορικό δαιμόνιο .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι........
Σημειώνουμε πως η όμορφη και ..νοσταλγική αυτή ..ανάμνηση , ανήκει στον αξέχαστο Λιδορικιώτη και φίλο , Αλέκο Κωστάκη , Καφτανιαλέκο , και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα " Λιδωρίκι " του Γιώργου Καψάλη .
No comments:
Post a Comment