Τον λέγανε Τριαντάφυλλο !....Πως βρέθηκε τώρα ο ορεσίβιος αυτός , ο φυτρωμένος με τα πουρνάρια και τα έλατα εκεί ψηλά στο Λοιδωρίκι , ο αναθρεμμένος με λύκους και αετούς , μέσ στα κατσάβραχα και τα στουρνάρια , πως βρέθηκε , λέμε , ναύτης στα πολεμικά , ούτε κι' αυτός το ήξερε....
--- Από μας ήρθες εδώ , μωρέ ...ντελφίνι της ..β ε δ ο ύ ρ α ς ; τον είχε ρωτήσει κάποτε ο κυβερνήτης .
--- Αμ' ξιέρου κι' ιγώ , ου δόλιους , κυρ - καπιτάνιι μ' ποιό...πουτάμ μ' έβγαλι ! απάντησε αυτός .Το ποτάμι " που τον έβγαλε " , ήταν μιά ..ζωοκλοπή .
Ένας ξάδερφός του , απ' τη Βιτρινίτσα , γιά να τον γλυτώση , στηριζόμενος στο " άλλοθι " είπε ότι την εποχή που έγινε η πράξις ο Ντάφλος ( Τριαντάφυλλος ) ήταν ναύτης στα " περάματα " που κάναν τη συγκοινωνία Ψαθόπυργου - Ναυπάκτου - Μοναστηρακιού . Έτσι ο Τριαντάφυλλοςεκόλλησε στη θάλασσα , χωρίς ούτε να τη ..γνωρίζη .
Κι' όταν ήρθε η επιτροπή διά τους κληρωτούς , γαλόνια πλατειά ολόχρυσα , μιά σπιθαμή μουστάκια , φαλάκρες που γυαλίζανε , μπότες με σπηρούνια , κουμπιά χρυσά και επωμίδες κόκκινες , ο Τριαντάφυλλος τα έχασε .
Άν γλύτωνε απ' τον ενωμοτάρχη που έκανε την ανάκρισι γιά την ζωοκλοπή , από αυτούς δεν θα γλύτωνε !....
Ας βουτήξει , το λοιπόν , γιά να σωθή , μέσα στην άγνωστή του θάλασσα , που του ετοίμασε ο ξάδερφός του .
Τι επάγγελμα μετέρχεσαι ; τον ρώτησαν .
Πήγε να πή : " Κατσικοκλέφτης "! Αλλά λέγεται αυτό ;...Τι επάγγελμα να πή ; Το νου σου , Τριαντάφυλλε , να μη σε μπλέξουν οι γαλονάδες !....
--- Δεν ξέρεις τι επάγγελμα μετέρχεσαι ; του ξανάπαν . Αυτός έκανε πως δεν καταλαβαίνει , έκανε το χαζό .
--- Τι δουλειά κένεις βρε παιδί μου ;
--- Α..τι δουλειά..εγώ ; Πως.. κάνω....
--- Τι δουλειά ;
--- Ναύτης στα καίκια !
--- Στα καίκια ! Ποιά καίκια ; Έχει καίκια εδώ στο Λοιδωρίκι , είπε ξαφνιασμένη η επιτροπή .
--- Όχι εδώ , στη Βιτρινίτσα , απάντησε αυτός σιγά-σιγά , κι εσκέφτονταν μέσα στο μυαλό του : " να ξέφυγα με τακαίκια , άραγς ;"
" Ναύτης " , σημειώνει η επιτροπή , κι εκάλεσε κατόπιν άλλον .
'Ετσι λοιπόν , ένα πρωί ο Τριαντάφυλλος , φρέσκος , ανοιχτός και μυρωδάτος , βρέθηκε ναύτης στα πολεμικά . Του βγάλανε τα προκομένα τα τσαρούχια , γιατί χαλούσε το κατάστρωμα , και τον βάλανε να σφουγγαρίζη του βαποριού το πάτωμα . Κοιμόταν κρεμαστός σε μιά αιώρια "σαν τσαντήλα με τυρί " , και του φόρεσαν κάτι παντελονάρες μεγάλες και πλατειές , που έχασε μέσα εκεί τα ..πόδια του !...Λημέριαζε διαρκώς στο πλοίο σε μιά άκρη , πίσω από κάτι σωρούς μεγάλων και χοντρών σχοινιών , κυττάζοντας τα κύματα που έρχονταν από της θάλασσας το βάθος , με τις άσπρες χαίτες τους , σαν κοπάδια ατελείωτα από πρόβατα ασπρομάλλικα , πρόβατα ασημόμαλλα και κουδουνάτα , κατσίκια που πηδάνε , φλώρες γίδες , τράγοι που πάνε να πηδήσουν το πολεμικό , αρνάκια που φωνάζουνε , ολόκληρο όνειρο τσοπάνου ζωντανό , κοπάδια χιλιάδες και μυριάδες που έρχονταν με βοή και σάλαγο , σαν να βέλαζεν η θάλασσα ολόκληρη , απ' άκρη σ' άκρη !...
Χανότανε κι αφαιρένονταν ο Τριαντάφυλλος στο θέαμα αυτό , ως που μιά κραυγή τον ξύπναγε , σαν τον ζητούσαν στην υπηρεσία , η καμιά γνώριμη φωνά , του έκοβε τις φαντασίες , λέγοντάς του μαλακά :
--- Και πως τα καταφέρνεις μωρέ Τριαντάφυλλε με τη θάλασσα ;
--- Πως να τα καταφέρου !...Ούλου κι λιγούρις ιέχου ου ..έρμους !
--- Λιγούρες ;ιγούρες γιά κάνα...κατσίκι , βέβαια !....
Έτσι ο στόλος μιά φορά πήγε και στη Ζάκυνθο . Οι ναύτες βγήκανε έξω να σεργιανίσουν . Ωραία πόλις και κόσμος βολικός . Με μιά δεκάρα αγόραζες ένα χωνί στραγάλια και σου δίναν και ένα φαρδίνι πίσω γιά τα ρέστα σου . Ο τριαντάφυλλος ήταν καταμαγευμένος . Του δίνανε και ρέστα και του λέγανε κι ευχαριστώ . Δεν ήταν σαν τον Πειραιά , που κύτταζαν να του πάρουνε και τα κουμπιά απ' τη στολή του .
--- Ευχαριστώ , αφέντη μου , μονσινιόρε μου , και ...βοήθειά σου ο άγιος !...
Οι Ζακυνθινοί μάλιστα οι ναύτες τον περιποιήθηκαν και αυτόν και το άλλο πλήρωμα του πλοίου . Έφαγαν , έπιαν , τραγούδησαν , χορέψανε :
Ζάκυνθος και Κεφαλλωνιά
Κέρκυρα και Λευκάδα ,
αυτά τα τέσσερα νησιά ,
στολίζουν την Ελλάδα !....
Ύστερα τραγούδησε κι αυτός :
Ποιός είδε τέτοιο θάμασμα
και χαλασμό μεγάλο....
Έπειτα απ' όλες αυτές τις περιποιήσεις που οι Ζακυνθινοί ναύτες δεν αφίνανε τους συναδέλφους τους να πληρώσουν , φιλοτιμήθηκε κι ο Τριαντάφυλλος και υποσχέθηκε ένα τραπέζι με " σπληνάντερα " , άμα πήγαινε οστόλος στο...Λοιδωρίκι !.....
Αλλά το Λοιδωρίκι ήταν μακρυά , το Ρουμελιώτικο φιλότιμο παρόν και η υποχρέωσις δεν έπρεπε να μείνη χωρίς ν' αποδοθή αμέσως .
--- Πιό φιλότιμοι θα φανούν οι " σγαρίλλοι " οι Ζακυνθινοί από μας τους Ρουμελιώτες !...έλεγε ο Τριαντάφυλλος .
Και μιά που θα έμενε ο στόλος εφτά - οχτώμέρες στη Ζάκυνθο , σκέφτηκε να ξεπληρώση τη φιλοξενία . Έκαμε λοιπόν μιά βόλτα στην αγορά , πήγε στα χασάπικα και ρώτησε πόσο πουλιούνται τα αρνιά .
--- Πάρε αυτό , αφέντη μου , κι ε΄ναι φίνο πράμμα ! του λέγανε .
Μα ο αφέντης δεν είχε χρήματα .
--- Δε μ' φτάνουν τα ψιλά ! τους απαντούσε . Βιρισέ τα δίν'ς ;
--- Μα πως , μιά τζόγια , ένας αμιράλλος , σαν ελόγου σου , χωρίς ούτε ένα φαρδίνι ! Είναι θάγμα , μα τον άγιο , είναι θάγμα !...ξεφώνιζαν κι' απορούσαν οι Ζακυνθινοί .
--- Δεν ιέχου ουρέ , σου ειπα !
--- Αι..τομ' και δεν έχεις , αμιράλλε μου , δεν παίρνεις!...Δεν ειν'έτσι ; Όσκε ;
Δεν παίρνω σκέφτηκε ο Τριαντάφυλλος ! Και που ακούστηκε ν' αγοράζουν τ' αρνιά με χρήματα!....
Στο Λοιδωρίκι τα κατσίκια δεν πουλιούνται , κλέβονται !...
Κι αυτός το γεύμα θα το δώση ! Θα στρώση κλάρες στα Ζακυνθινά περιβόλια , θα ψήση το αρνί στη σούβλα , που να γίνη σα σύκο ώριμο , και θα τους πη " καθήστε να φάτε , κι έπειτα ας πεθάνετε !..."
Έκαμε λοιπόν μιά περιδεία στα περίχωρα της πόλεως . Πουθενά όμως στάνη , πουθενά κοπάδια γιά κλεψιά , σβυστός , βουβός ο τόπος από βέλασμα , νεκρός από σάλαγο και χλαλοή τσοπάνων !...Λουλούδια μόνο όσα θες , μανταρίνια ένα σωρό , και μαντολίνα άφθονα !...Τρώγονται τα μαντολίνα όμως ;
Άξαφνα ο Τριαντάφυλλος σκέφθηκε ότι στα αμπάρια του πολεμικού ήσαν πρόβατα , μοσχάρια και πουλερικά , γιά το ξαθημερινό συσσ΄΄ιτιο ! Και όταν το καλό είναι στην πόρτα σου , γιατί το αναζητάς εκεί που δεν υπάρχει ;....
Γύρισε λοιπόν νωρίς κι' ανέβηκε στο θωρηκτό .
Και την άλλη μέρα φωτιές και ψησταριές , μεζέδες , κοκορέτσια κι' αρνιά, άλλα να ψήνονται στα σουβλιά κι' άλλα να περιμένουν κρεμασμένα , κνίσες και σπληνάντερα , καμάρι ο Τριαντάφυλλος κι' ευχές και θαυμασμοί από παντού !....
--- Να ζήσης Τριαντάφυλλε !....
--- Ό,τι επιθυμείς , λεβέντη μου !...
Η πληρωμή γινόταν σε...αρνιά !....
Ένα στο φούρναρη γιά να φέρη το ψωμί , ένα στον κάπελα γιά να προσφέρη το κρασί και τόσα γιά τα άλλα χρειώδη του γλεντιού .
Κι' ο Τριαντάφυλλος έστριβε και ξανάστριβε το πολυπαθές μουστάκι του , ναύαρχος σωστός , μέσα στης φωτιάς και της κνίσας το πέλαγος , πάνω στο οποίο σαν παπόρια γύριζαν ήσυχα στη σούβλα τους τ' αρνιά .
--- Ουρέ καλά είνι στου ναυτικό . απαιό καλά κι' απ του Λοιδουρίκι ακόμα !...έλεγε ο Τριαντάφυλλος .
Και δόστου τραγούδια και καντάδες :
Το Μεσολόγγι να καή
κι' η Πάτρα να βουλιάξη
και τον καυμένο Έπαχτο
Θεός να τον φυλάξη .
Πώχει κορίτσια ώμορφα
και ναύτες παλληκάρια....
--- Γειά σου , λέβέντη Τριαντάφυλλε , ποτέ να μην πεθάνης !...
--- Πως φαίνεται πούναι άρχοντας , μωρέ τζόγια μου !
--- Από μεγάλο σόι ! κατάλαβες ;...
Τραγουδήσαν και οι ζακυνθινοί ύστερα :
Τζάντε μου , Τζάντε , Τζάντε μου
και φιόρο του λεβάντε .
Τ' άνθη σου , μόσχος του Μαγιού ,
κι' η πέτρα σου πριλλάντε !
Την άλλη μέρα , όταν ανεκαλύφθη η κλοπή των ζώων του πολεμικού , ο εκ Λοιδωρικίου αμιράλλος είδε το εξής περίεργο και οξυμώρως αλληλέγγυο μεταξύ των στοιχείων της φύσεως και των πράξεων των ανθρώπων .Το ότι δηλαδή : Σαν μιά φορά η θάλασσα έσωσε τον Τριαντάφυλλο από τη ζωοκλοπή , τώρα η ζωοκλοπή έσωζε τον ίδιο από τη θάλασσα .Γιατί την επομένη , μιά επείγοτσα διαταγή αποσπούσε τον " ναυτικό της Βιτρινίτσας " από το ναυτικό στην..." αεροπορία " , όπου δεν υπάρχουν ούτε κατσίκια , ούτε πρόβατα , αλλά μόνο πετεινά του ουρανού , τα οποία , ως γνωστόν , δεν τρώνε οι Λοιδωρικιώτες !....
Το παραπάνω ευθυμογράφημα , είναι γραμμένο απ' τον περίφημο Ναυπάκτιο ευθυμογράφο Σταμ - Σταμ , Σταμάτη Σταματίου ( 1881-1946 ) , τα υπέροχα ευθυμογραφήματά του , με τον γενικό τίτλο " Ιστορίες του Χωριού " , εκδόθηκαν τη χρονιά που έφυγε απ' τη ζωή , το 1946 .
No comments:
Post a Comment