Στο τέλος - σε δυό μέρες - αναγκάστηκαν οι μπλοκαρισμένοι , χωρίς τροφές και πολεμοφόδια , να συνθηκολογήσουν . Ταπεινωμένοι - με τη σειρά τους - πήραν κι αυτοί το δρόμο γιά το Λιδωρίκι , να προσηυνήσουν τον Γκενεράλε , που , μετά και τούτη την τελετή , χάθηκε μυστήρια , όσο μυστήρια είχε 'ρθή.
Η εξουσία ανήκε στους ντόπιους , πλέον . Επαναστατική Επιτροπή , που την αποτελούσαν οι Αναγνώστης Λιδωρίκης , Αναγνώστης Μαργέλλος , Αναγνώστης Κατσικαπής , Παπαγιώργης Πολίτης , Αναγνώστης Σταματόπουλος και άλλοι , πήρε - επάξια - στα χέρια της τη διοίκηση . Με χίλιες ευθύνες στους ώμους , συσκέφτηκαν και λάβαν σοβαρές αποφάσεις . Η σπουδαιότερη ήταν , να μοιράσουν τους πιασμένους στα χωριά .
Τούτο , το κάναν γιά δυό λόγους : Πρώτα , γιά να ενοχοποιήσουν όλους τους κατοίκους και ν' αναγκάσουν και τους πιό διστακτικούς να ξεσηκωθούν , κι ύστερα γιατί οι ντόπιοι Τούρκοι ήξεραν τις κρυψώνες , τα μονοπάτια και τα περάσματα και θάταν επικίνδυνοι - σαν οδηγοί - αν έρχονταν στρατεύματα δικών τους , όπως έγινε αλλού .
Οι χωριάτες πρόθυμα τους δέχτηκαν , μ' ικανοποίηση . Τους δινόταν η ευκαιρία ν' αφεντέψουν τους αφεντάδες τους ! Παλιοί γνώριμοι , τους φέρθηκαν - στην αρχή - πολιτισμένα και καλά . Δυστυχώς όμως - οργή Θεού - ύποπτες κινήσεις των αιχμαλώτων ξύπνησαν τα μίση και τις τυραννίες αιώνων και η Δοβροβίτσα , το Βαθύρεμα , ο Κάρκαρος και η παραλία της Βίδαβης , γέμισαν πτώματα εχθρών . Σχετικά , σε αναφορά του προς τη Διοίκηση στις 3 Ιουλίου 1825 , ο Αναστάσης Λιδωρίκης , γιός του Αναγνώστη , γράφει :
" Εις την αρχήν τούτου του ιερού αγώνος , οι εν τη επαρχία Λιδωρικίου εγκάτοικοι και ξένοι Τούρκοι , απέρασαν εν στόματι μαχαίρας και δεν έμεινε άλλος ειμή ο Μαλκενέ Σααμπής ταύτης της επαρχίας , ονομαζόμενος Ισούφ Εφέντης , όστις κατάγεται από την Κόνιτζαν , από τα πλέον σημαντικώτερα σπίτια , αυτάδελφος του Φερχάτ Εφέντη .
Αυτός , εχαρίσθη εις εμέ από τους πατριώτας μου , να φυλαχθή διά οποιανδήποτε ανάγκην της πατρίδος και ξεχωριστά της ίδιας επαρχίας Λιδωρικίου .
Τούτων ούτως εχόντων , εφυλάχθη άχρι τούδε με ιδία μου έξοδα , ομού με την φαμελιάν του , και μ΄όλον ότι πολλάκις εζητήθη να εξαγορασθή από τους συγγενείς του με αρκετήν ποσότητα γροσίων , δεν το έδωσα , διότι αν εξηγοράζετο , ήθελε δώσει ολέθρια σχέδια εναντίον του Έθνους μας ..."
Μεγαλοβδόμαδο ήταν , κόντευε να σωθή ο Μάρτης ...Τα πρώιμα χελιδόνια ψαλίδιζαν το απέραντο γαλάζιο , ψευτοζεστοκόπαγε ο τόπος και ροδάμιζε τα κλαδιά . Φάνταζαν όλα αλλοιώτικα φέτος . Όχι σαν πέρσι και πρόπερσι , όχι σαν τετρακόσια χρόνια . Άλλαξαν !...Άλλαξαν γιατί το λέγαν Ρωμαίικο , πλέον ! Το Λιδωρίκι , η Δωρίδα , αναστήθηκαν ! Κει που περπατούσε ι θάνατος , θριάμβευε τώρα η Δόξα !
Κι αυτή , την κερδισμένη με δάκρυα , πόνους και αίμα δόξα , την πρωτόγευστη , σπεύδαν να την πυργώσουν νιοί και γερόντοι , άντρες και γυναίκες , λαικοί και κληρικοί.
" Αφ' ότου εξερράγη η επανάστασις υπέρ ανεξαρτησίας της Πατρίδος , σημειώνει ο Ιερομόναχος Καλλίστρατος Παναγιώτου ," και ο υποφαινόμενος έλαβον εις χείρας τα όπλα , ομού μετ' άλλων συναδέλφων μου , και , με την σημαίαν της Ιεράς Μονής Βαρνακόβης ετρέξαμεν..."
Τρέξανε , αλλά το κίνημα φάνηκε προς στιγμήν πως κινδύνευε , χανόταν . Ολόγυρα , το κάστρο των Σαλώνων δεν έπεφτε , η Αιτωλία , η Βοιωτία , κι η Φθιώτιδα δεν κινιόνταν , ενώ οι Τούρκοι , μανιασμάνοι , απειλούσαν . Ζήταγαν εκδίκηση . Τρομοκρατημένοι οι Κραββαρίτες προύχοντες στείλαν γράμματα υποταγής στον Ομέρ Πασά , που κατέβαινε στη Λαμία .
Ο Ομέρ , τριπλά ευχαριστημένος , τους απάντησε έτσι :
" Τίμιοι Προεστοί των Κραββάρων και λοιποί . Εχάρηκα ότι εσταθήκατε σαντίκιδες ( πιστοί ) του βασιληός και όχι χαίνιδες ( ληστές ) , ως τα βιλαέτια Λιδωρικίου , Μαλανδρίνου και Σάλωνα , και αμέσως άμα λάβετε το μπουγιουρτί μου , ν' αρματωθήτε και εμβήτε εις Λιδωρίκι , Μαλανδρίνο , καίοντας και σκλαβώνοντας , και με περιμένετε εις Σάλωνα , όπου και έρχομαι αύριον ".
Δεν μπήκαν , όμως , ούτε κι' ο Ομέρ έσωσε στα Σάλωνα . Η καρδιά , ο ανασασμός της Ρούμελης - το Λιδωρίκι - ήταν σε χέρια δυνατά . Κι αυτό τόξεραν . Κανένας δεν μπορούσε να το βλάψη .
Κείνοι που το λύτρωσαν - πρώτο σ'όλη τη Ρούμελη - κάναν φραγμό τη θέληση και τη δ΄ύναμή τους και αβάρετοι και ακούραστοι , δίχως ξαποσταμό , στράτευσαν με όρεξη καινούργια , και σαν άνεμος π' ορμάει από κάποια πύλη τ' ουρανού αναφτέρωσαν τις ψυχές των δόλιων αδελφών και , μεσ' από γκρεμούς της σκλαβιάς , τους έφεραν στο φεγγερό μονοπάτι της λευτεριάς .-
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment