O λεβεντοπλάτανος και η πετρόχτιστη βρύση του Αντώνη , παπαπλεύρως ..τους , λειτουργούσε προπολεμικά το περίφημο...χοριδιδασκαλείο του..Τσακνιά , στο καφωδείο του...Φάσσα .
Όλα τά 'χε το προπολεμικό Λιδορίκι , μπορούσε να λειπει το..χοροδιδασκαλείο ; φυσικά και όχι , αφού η χρυσή νεολαία της εποχής , " ψόφαγε " να μάθει κάθε τι μοντέρνο ,΄που ερχόταν συνήθως απ' την Αθήνα . Καθένας , και καθεμιά που ερχόταν απ΄την πρωτεύουσα και τύχαινε να ξέρει ευρωπαικό χορό , καθόταν και μάθαινε και τους άλλους . Κι ήταν τόση η δίψα , τόσο το ενδιαφέρον των νέων μας γιά τους χορούς αυτούς , ώστε στο τέλος το " ψώνιο " αυτό το εκμεταλλεύτηκαν και διάφοροι " περιοδεύοντες χοροδιδάσκαλοι " , οι οποίοι με τσουχτερή αμοιβή κι εκμεταλλευόμενοι τη δίψα των νέων , δίδασκαν ταγκό , βαλς , φοξ αγγλαί και άλλους " Ευρωπαικούς " χορούς .
Ένας τέτοιος λοιπόν χοροδιδάσκαλος , που κάθε καλοκαίρι ερχόταν στο Λιδορίκι και δίδασκε χορό , ήταν κι' ο διαβόητος Τσακνιάς από τη Λαμία , ο οποίος έστηνε το χοροδιδασκαλείο του στο επάνω πάτωμα του Φάσσα , όπου σήμερα το σπίτι του Θύμιου του Δούκα , στον Αντώνη . ( Πριν το κάψιμο ήταν μεγαλύτερο κι' η αίθουσα αρκετά μεγάλη ) .
Ο Τσακνιάς ήταν πανέξυπνος και τρομερός στα ψέματα . Έλεγε πως είχε δίπλωμα διδασκαλίας χορών από την Ακαδημία της...Βιέννης , ήξερε , έλεγε , 209 χορούς (!!!) κι είχε χρηματίσει και χοροδιδάσκαλος στην αυλή του Αιγύπτιου μονάρχη Φουάτ ( πατέρα του Φαρούκ ).
Μαζί του είχε κι' ένα αγαθό γεροντάκι , που έπαιζε σε μιά ξεχαρβαλωμένη πιανόλα τη " Ριρίκα " , την "Κομπαρσίτα " , τα " Κ ύματα του Δουνάβεως " και κάνα δυό-τρία άλλα τραγουδάκια της εποχής . Το γερόντιο αυτό ο Τσακνιάς το παρουσίαζε σαν πατέρα της πρώτης χορεύτριας του Φουάτ και σαν παλιό αρχιμαέστρο της ανακτορικής μπάντας του Καίρου .
Καμιά φορά , αντί γιά πιανόλα έφερνε μιά λατέρνα , στην οποία είχε περασμένα πεντέξι τραγουδάκια του χορού κι ο τέως αρχιμαέστρος του Καίρου αντί της μπαγκέτας γύριζε τη μανιβέλα , γιά να χορεύουν οι μαθητευόμενοι .
Κι' έβλεπες τότε μιά απίθανη κι αξέχαστη εικόνα :
Στη μέση ο Τσακνιάς , να καθοδηγεί τους ...άγαρμπους χορευτές του και να προσπαθεί - φιλότιμα ομολογουμένως - λα " λύσει " τα πόδια και τα κορμιά των " Βουκολίσκων " και.." αγοτοποιμενοπαίδων ", που έπασχαν από χρόνια αγκύλωση , εξαιτίας της παντελούς έλλειψης κάθε χορευτικής εξάσκησης .
Στήν άκρη ο γερομαέστρος να γυρίζει κουρασμένος τη μανιβέλα της λατέρνας με τό 'να χέρι και με τ' άλλο να χτυπάει το ρυθμό με καστανιέτες , και , ένα γύρο , οι χορευτές ( άλλοι επιδεκτικοί μαθήσεως κι άλλοι ..αρκούδες και ..σταφυλοπατητάδες ) να προσπαθούν να σύρουν τα κανιά τους στους ήχους του " Ντεστίνο " και της " Πλεγκάρια " , ενώ ο Φάσσας να μην προλαβαίνει να κουβαλάει γλυκά και ποτά !
Εικόνα , δηλαδή , γιά γέλια και γιά κλάματα , απόρροια μιάς ανόητης και άκαιρης τάσης εξευρωπαισμού και μιμητικού κοσμοπολιτισμού , που , δυστυχώς , δεν την συναντούσες μονάχα στο χωριό μας , αλλά και στην Ελλάδα ολόκληρη , εκείνο τον καιρό .
Τα μαθήματα δίνονταν χωριστά γιά τους άντρες και χωριστά γιά τις γυναίκες , εκτός κι' αν οι γυναίκες συνοδεύονταν από συγγενείς τους . Φυσικά στο χοροδιδασκαλείο έρχονταν μόνον αυτές των ξένων , των δημοσίων υπαλλήλων , μερικές ντόπιες της " κεντρικής εμπορικής οδού " και ελάχιστες της " ανώτερης τάξης " .
Από την αργατιά και την τσοπανούρα , τη βαριά κι ανόθευτη , ο Τσακνιάς δεν είχε ουτ' ένα - σερνικό η θηλυκό - μαθητή . Όλοι προέρχονταν από την μοντερνίζουσα νεολαία και την " ανώτερη τάξη " , που την αποτελούσαν ξένοι και ντόπιοι , δημ.υπάλληλοι , συνταξιούχοι , μερικοί νεαροί έμποροι και δυό-τρεις ελληνοαμερικάνοι . Οι άλλοι , την αίθουσα αυτή της " βλαχοευρωπαικής " Τερψιχόρης , τη θεωρούσαν .." π' ταναριό " και τη συνέδεαν με τις .." Αλτάνες " και τις " Ματζουράνες " του Φάσσα . ( Οι παλιότεροι καταλαβαίνουν τι θέλω να πω , οι νεώτεροι , ας ρωτήσουν να μάθουν γι' αυτές τις ιέρειες της πανδήμου Αφροδίτης , που κρύβονταν κάτω απ' τα λουλοδο...ψευδώνυμα ).
Λίγα χρόνια πριν από τον πόλεμο , ο Τσακνιάς όμως , θέλοντας να εντυπωσιάσει τους μαθητές του και να τους εισαγάγει στα προκεχωρημένα χορευτικά πράγματα , άρχισε να τους διδάσκει κι ένα καινούριο χορό , ο οποίος έκανε θραύση στην " αποβλαχοποιούμενη " Αθήνα ( που έκρυβε σαν ένοχη , τα τσαρούχια της , τη φουστανέλα η τη νησιώτικη βράκα της και φόραγε φαρδιά , 33 πόντων , παντελόνια , ψαθάκι , γραβάτα και δίχρωμα σκαρπίνια ).
Ο χορός αυτός λοιπόν , λεγόταν ΛΑΜΠΕΘ ΓΟΥΩΚ κι ήταν τόσο γελοίος που δεν λέγεται . Αλλά και ο στίχος του δεν πηγαινε πίσω σε ασυναρτησία και γελοιότητα .
Οι χορευτές έμπαιναν στη σειρά κυκλικά , κι ο ένας πίσω απ' τον άλλο , έκαναν μερικά βήματα μπροστά , σταματούσαν απότομα κι' ύστερα σήκωναν ψηλά το χέρι , σαν το μαθητή που ξέρει το μάθημα , ύψωναν τον δείκτη και φώναζαν όλοι μαζί : " όι "....
Αυτό συνεχιζόταν κάμποσες φορές , δηλαδή ..." γύρω - γύρω όλοι , στη μέση ο Μανώλης " , σα να λέμε , κι ο εξευτελισμός κι η γελοιοποίηση των χορευτών δεν περιγράφεται , καθώς - ελλείψει δίσκου - τραγουδούσαν όλοι τους ανόητους στίχους του τραγουδιού , που έλεγε :
" Συνταγή στους χορευτάς
μπρος για λίγο περπατάς
και φωνάζεις όι...κλπ.
Και καλά οι νεαροί , αλλά και οι ηλικιωμένοι ; Άνθρωποι σοβαροί - κατά τεκμήριο - να στροβιλίζονται ηλίθια και να χορεύουν το αρλουμποειδές αυτό ..κορδάκισμα ;
Τότε , που έβλεπα αυτά τα πράγματα , λόγω ηλικίας , γελούσα . Δεν καταλάβαινα την κατάπτωση , το σουσουδισμό , την γελοιοποίηση και την αποβλάκωση , που , με χορούς σαν το " Λάμπεθ Γουώκ "και τραγούδια γλυκανάλατα , μ' αφάνταστα αφελή και παιδαριώδη στίχο , μ' εύκολες , και στερεότυπες ομοιοκαταληξίες , που τις συναντούσες τις ίδιες σχεδόν σε κάθε τραγούδι ( έλε, κοπέλα , καραμέλα , φιλιά , αγκαλιά , πουλιά , λουλούδια , τραγούδια , κλπ. κλπ .) αλλοτριωνόταν μιά σημαντική μερίδα του λαού μας , ιδίως της ανώτερης τάξης .
Ο νεαρός Λιδορικιώτης - κι ο κάθε Λιδορικιώτης της αγοράς - του φαινόταν η μάλλον νόμιζε , πως , χορεύοντας Λάμπεθ Γουώκ , εκπολιτιζόταν , γινόταν σπουδαίος , Ευρωπαίος , ξεχώριζε , έμπαινε κι αυτός στην ανώτερη αστική τάξη και δεν καταλάβαινε ο δυστυχής , πως , μ' όλα αυτά τα καραγκιοζηλίκια , γινόταν μιά μαιμού καταγέλαστη που μόνο τον οίκτο προκαλούσε .
Δυό βήματα παραπέρα , η ιστορική βρύση του Αντώνη , με τον χιλιόχρονο πλάτανο , απέναντι η Πλέσιβα με τα χιλιάδες γίδια της , πιό κει τα Βαρδούσια , από πάνω η περήφανη Γκιώνα , τα κυπροκούδουνα , τα περδικολαλήματα στο Κοτρώνι τ' αηδονοτράγουδα από πάνω στο ρουμάνι , οι φωνές των κατάκοπων χωριανών , που γύριζαν με βαρυφορτωμένα τα ζα τους τον καρα-ανήφορο του Κούστη , απ' τα χωράφια και τ' αμπέλια τους , και στου Φάσσα το καφωδείο από πάνω ο τέως...μαέστρος της μπάντας του...Νείλου να γυρίζει το μαρκούτσι της λατέρνας , ο Τσακνιάς να δίνει οδηγίες κι οι Λιδορικιώτες να φέρνουν γύρω-γύρω , χορεύοντας και τραγουδώντας το Λάμπεθ Γουώκ !! Να κλάψεις , να γελάσεις η ν' ανακράξεις :
" Ο κ...λος μας βρακί δεν έχει ,
κι η...... μας , λουλούδια θέλει ;...."
Το πανέμορφο αυτό κομμάτι ( πραγματικό διαμάντι ) τό 'γραψε ο αγαπημένος μας Αλέκος Κωστάκης - Καφτανιαλέκος και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " αρ.φυλ. 22 του Σεπτεμβρίου 1983 .
Καλό σας ξημέρωμα...........Κ.-
No comments:
Post a Comment