H ΔΩΡΙΔΑ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ- ΜΕΡΟΣ ΣΤ΄.
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ
Κ α ζ ά ς Μ α λ α ν δ ρ ί ν ο υ . Πρώτη μνεία του Καζά Μαλανδρίνου γίνεται υπό του Χατζή Κάλφα . Κατ’αυτόν , γράψαντα περί τα μέσα του 17ου αιώνος υπήγετο εις το σαντζάκιον Ναυπάκτου . Εφ’όσον δε ουδεμίαν αναγραφήν του καζά τούτου έχομεν εις τα μνημονευθέντα κατάστιχα του 16ου αιώνος , φαίνεται ότι ούτος δεν υφίστατο προ του 17ου αιώνος και θα απετέλει τμήμα του Καζά Λιδορικίου . Κατά την τελευταίαν περίοδον της Τουρκοκρατίας ο καζάς υπάγεται εις το σαντζάκιον Ευρίπου. Το πιθανότερον η μεταβολή αυτή συνετελέσθη κατά το δεύτερον ήμισυ του 18ου αιώνος ,ότε , ως υπεστηρίχθη ανωτέρω , και το Λιδορίκιον απεσπάσθη του σαντζακίου Ναυπάκτου .
Ο Καζάς Μαλανδρίνου κατελάμβανε το ΝΑ τμήμα της σημερινής επαρχίας Δωρίδος .
Προς Α έφτανε μέχρι των χωρίων Μαραθιάς και Καρούτες . Προς Β εξετείνετο μέχρι του μικρού όρους Τρίκορφον και του χωρίου Μηλιά της συνοριακής γραμμής εξικνουμένης βορείως της πρωτευούσης του καζά μέχρι των σημερινών ορίων των επαρχιών Δωρίδος και Παρνασσίδος , τα οποία αποτελούν το Α όριον του καζά » .
Σχετικά με την κοινοτική οργάνωση και συγκρότηση δεν υπάρχουν σημαντικές ειδικές μαρτυρίες γιά τη Δωρίδα . Θα την εντάξουμε στις γενικότερες διαπιστώσεις που αφορούν το σύνολο του τουρκοκρατούμενου χώρου και όπου όσοι ασκούν διοικητικές αρμοδιότητες στις Κοινότητες , αποκαλούνται κοτσαμπάσηδες , δημογέροντες , επίτροποι η προεστοί . Συχνότερα στη Δωρίδα τους συναντάμε με τ’όνομα προεστοί η δημογέροντες . Ο Αντρέας Καρκαβίτσας στη νουβέλα του « Ο Έξαρχος » , που αναφέρεται στους κλεφταρματολούς Κωσταντάρα ( Κώστα Ζαχαριά ) και Γιάννη Βρυκόλακα , κατ’εξοχήν στο χαροπάλεμα το αντρειωμένο του δεύτερου , Αγιαθυμιώτες κι’ οι δυό , αλλά με πλούσια δράση στη Δωρίδα , βάνει να παραστέκονται στο ψυχορράγημά του , κλεφταρματολούς αλλά και δημογέροντες της Δωρίδας , πράγμα που σημαίνει πως οι δημογέροντες βρίσκονται σε στενή σχέση με τους αρματολούς . Γράφει :
« Όλα τα πρωτάτα ήταν συναγμένα στην Αγιαθυμιά στον πύργο του Βρυκόλακα . Πρώτος ο Μητροτσάμης , ο γέροντας με τον τσαμπά κλωσμένον στο άσπρο πόσι του και μονάχα τον ασημοσουγιά στο σελάχι του . Δεύτερος ο Κώστας Ζαχαριάς το πρωτοπαλλήκαρο που ακουότανε Κωσταντάρας , γιά τη φωνή , γιά το κορμί και την άλλη περηφάνεια του . Τρίτος ο Λυκοθανάσης αρματωλός του Λοιδωρικιού , καστανοτρίχης και κοκκινομάτης , με ψηλομάγουλα πεταχτά και χονδρά χείλη , άσπρος – κάτασπρος στα τσαπράζια του . Ήταν ακόμα παρόμοια στολισμένοι ο Μπράτιμος , αρματωλός του Μαλαντρίνου , μάτι γοργό και πρόσωπο αγέλαστο , ο Σαπλαούρας του Σαλώνου , βροντόφωνος και βρισάρης , που τρόμαζε τους οχτρούς με τη γλώσσα όσο και με το σπαθί του , ο Λάμπρος Τσεκούρας του Γαλαξειδιού , φρόνιμος λεβεντονιός και κάπως ερωτάρης κι’ο Βιδαβιώτης ο Γραμματικός , κάλεσσος μέσα στον ταιφά κι ακουσμένος γιά το νεραιδογέννημα . Οι πεζοδρόμοι τους γύρεψαν αποβραδύς και τώρα να , τους σύναξαν στην καθέδρα . Μα δεν τους θέλει γιά Σύνοδο ούτε γιά βοήθεια του ο Βρυκόλακας , τους έκραξε ν’ακούσουν τα στερνά του θελήματα . Ξαπλωμένος στα μάλλινα στρωσίδια του , με μάτια σφαλιστά και τη γροθιά σφιγμένη , χαροπαλεύει από την κονταυγή κι’ακόμα δεν παραδίνεται ....
Μα εκείνη τη στιγμή ακούστηκαν βαρειά και γρήγορα πατήματα στη σκάλα . Η πόρτα άνοιξε διάπλατα και χύθηκε στον οντά λαός ακράτητος . Μπροστά μπήκανε παπάδες με τα κοντά τους αντεριά και τους μαύρους σκούφους στ’αχτένιστα μαλλιά τους . Έπειτα μπήκαν δημογέροντες απ’όλα τα χωριά γύρω . Ο Γιαμαρελόγιαννης από τη Βιτρινίτσα κι ο Κώστας ο Δρομάζος απ’την Κίσουλη , ο Καλπούζος απ’την Πλέσσα κι’ο Κατσικαπής από τα Πεντεόρνια , ο Παπαλιάκος απ’τη Βενιχώρα κι’ο Κουτρούκης απ’την Ξυλογαιδάρα , ο Γαζής απ’το Χρυσσό κι’αλλοι . Έπειτα μπήκαν λογής λογής ραγιάδες με το μαυρομάνδηλο τυλιγμένο στο ξουρισμένο κεφάλι τους και τα σεγκούνια και τες λιγόλοξες φουστανελίτσες τους . Μάθανε τη συφορά κι’έτρεξαν όλοι απ’τα χωριά τους να ιδούν γιά υστερνή φορά τον προστάτη τους . Χώθηκαν μέσα στο οντά , γονάτισαν κατάχαμα και σούρθηκαν έτσι ολόγυρα στον Έξαρχο , κρύβοντας πίσω απ’τες αργασμένες απαλάμες τους μάτια δακρυσμένα και πρόσωπα χλωμά και μέτωπα δαρμένα από την κακοπάθεια και την τυραννία του Τούρκου . Ο Έξαρχος κοίταξε γύρω του το θλιμμένο λαό και πικράθηκε . Τι γυναίκα και παιδί έλεγε πρωτήτερα , είναι κι’άλλοι που θ’αφήκη πίσω του , κόσμος , ντουνιάς , που θα πέση απάνω του αυτόματο το σπαθί των αγάδων . Ήθελε κάτι να τους πη γιά χαιρετισμό , γύρευε δυό λόγια να τους παρηγορήσει .
Μα ούτε λόγια είχε , ούτε δύναμη πλιά . Σφάλισε τα μάτια και του φάνηκε πως ονειρευόταν . Κάτου απ’το παράθυρο που ελεύθερη κουνιόταν η σημαία του , κάποια φωνή ανέβαινε στον οντά ήσυχα , γλυκειά , θλιμμένη και τον νανούριζε . Ένας μετά τον άλλον οι άλλοι αρματωλοί αλαφιάστηκαν . Κυττάχτηκαν συνατοί τους κι’αναστέναξαν βαθειά . Οι γυναίκες ανατρίχιασαν κι’έκαμαν το σταυρό τους . Οι δημογέροντες έφεραν τα μαντήλια στα μάτια τους και τίναξαν το κορμί με σύγκρυο , ο λαός ανατρόμαξε . Και το τραγούδι από κάτου έλεγε :
Ακόμα τούτ’την άνοιξι
Ραγιάδες-ραγιάδες...» .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι...........
Το έγραψε ο Κώστας Καψάλης στις 22:38 0 σχόλια
Labels: ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΑ ΑΞΕΧΑΣΤΟ ΚΥΝΗΓΙ......ΛΥΚΟΥ....
Ήταν Ιούλιος του 1937 και παραθέριζα στις Κορομηλιές ( Κορομπλιές ) στη στρούγκα του Ασημακόγιαννου του φίλου μου . Πιό πάνω αριστερά - στην Τρουπ και στη στρούγκα του Θανάση Μάρκου < Κωλέττη > και του κολίγα του Σαψαρόγιαννου - παραθέριζαν οι Γιάννης Σκούτας και Μήτσος Μαργέλλος , φοιτητές τότε και οι δυό . Μελέτες και διαβάσματα δεν είχαν λόγω διακοπών και όπως ήταν ανήσυχα πνέυματα και οι δυό και κυρίως ο Γιάννης ,- κι'ας με διαψεύσει - < έβαζαν τα σκυλιά σ'αγγάρια > , όπως λέει και η παροιμία , αναστατώνοντας τους αθώους και απονήρευτους τσοπάνηδες .
Τα απογεύματα με το πέσιμο του ήλιου , έπαιρναν τη βόλτα τους μέχρι τις Κορομπλιές , που έπεφταν πολλές στρούγκες και κάθε βραδάκι γινόταν σωστό...πανηγύρι με τα κοπάδια που άπλωναν και βόσκαγαν στην καταπράσινη λάκκα και τα κουδουνίσματα , ψιλά και χοντρά , με τους κύπρους των γκεσεμιών αποτελούσαν μιά πραγματική συναυλία .
Οι τσοπάνηδες , άλλοι ξαπλωμένοι χάμω στη μαραβίτσα , και άλλοι όρθιοι ακουμπισμένοι με τα δυό τους χέρια πάνω στις αγκλίτσες τους , κουβέντιαζαν γιά τα προβλήματά τους : αν στέρεψαν οι γκαστρωμένες προβατίνες , αν βγήκαν καλές οι ζγούρες , αν γύρισαν πίσω..οι προβατίνες και κυρίως αν φάνηκε ζλάπ ( λύκος ) το περασμένο βράδυ και σε ποιανού το κοπάδι βάρεσε . Δυστυχώς , γιά τους τσοπάνηδες , εκείνο το καλοκαίρι είχε φανεί λύκος που έχοντας σαν καταφύγιο τα δρέματα του Κακόνι και τις απόκρημνες σπηλιές του < Γκιούλου > , τα βράδια έκανε εφόδους και όπου μπορούσε έτρωγε όσα μπορούσε και κυρίως βολευόταν καλά στα γεμάτα κοπάδια Λιδορικιώτικα λιβάδια .
Η συζήτηση εκείνο το απόγευμα γύριζε σε μιά προβατίνα του Κωλέττη που κατασπάραξε ο λύκος το περασμένο βράδυ , κάπου εκεί προς του < Σκιαδά το Λάκκο > .
Ακούγαμε τη συζήτηση και μεις οι φιλοξενούμενοι στις στρούγκες και αμέσως με τα βλέμματα βγάλαμε συμπέρασμα πως μας δίνεται η ευκαιρία να δράσουμε κι'εμείς και δεν έπρεπε να την αφήσουμε .Με αρχηγό το Γιάννη πήραμε γρήγορα -γρήγορα την απόφαση να σκοτώσουμε το λύκο στο καρτέρι και μάλιστα τη νύχτα , γιατί σύμφωνα με τις εμπειρίες και τις γνώσεις των τσοπάνηδων , ο ίδιος ο λύκος θα έβγαινε πάλι το άλλο βράδυ γιά τροφή στα ίδια κατατόπια που είχε γλυκαθεί , και να πιεί και νερό , που αλλού; στη λούστρα της Τρουπς . Με την ευκαιρία , θέλω να σας πω λίγες συνήθειες που έχω ακούσει γιά το λύκο : είναι αιμοβόρο σαρκοφάγο , αρπακτικό με εξαιρετική πονηριά και δολιότητα . Βγαίνει να βρει τροφή και νερό συνήθως νύχτα και βαδίζει πάντοτε αντίθετα προς την πνοή του αέρα , γιά να μπερδεύει τα σκυλιά , να μην αντιλαμβάνονται την ύπαρξή του . Μπορεί το ίδιο βράδυ να βαδίσει μέχρι εβδομήντα χιλιόμετρα , όταν πέσει σε κοπάδι , πνίγει όσα ζωντανά προλάβει και ρουφάει το αίμα τους απ'το λαιμό . Στα εκατό αφήνει ένα , λένε οι τσοπάνηδες , και όπως καταλαβαίνετε φέρνει πανωλεθρία άμα βρει ευκαιρία και αδέσποτο κοπάδι .
Με τα τσοπανόσκυλα βρίσκεται σε διαρκή και ανελέητο πόλεμο και δεν είναι λίγες οι φορές που ακούμε πως λύκος επιτέθηκε εναντίον σκύλων και ανθρώπων και έχουμε και θύματα . Έχει τη δύναμη και τη συνήθεια να φορτώνεται στη ράχη ένα μικρό ζώο και να το κουβαλάει στη λυκοφωλιά , γιά να ταίση τα λυκόπουλα .Παρ' όλες τις προφυλάξεις του , το πέρασμά του γίνεται συνήθως αντιληπτό απ' τα λυκόσκυλα που χαλάνε τον κόσμο , κυρίως τις νύχτες , σε ένα ακατάπαυστο συναγερμό μέχρι ν'απομακρυνθεί απ' τα κοπάδια . Παρ' όλη όμως την αιμοβορία του και την αγριότητά του δεν είναι και τολμηρός , γι'αυτό βγαίνει τη νύχτα να φάει και να πιεί νερό , και σχεδόν πάντα βαδίζει σε πυκνά δάση και ποτέ σε ξέλακκο , εκτός αν βρεθεί σε ανάγκη . Είχαμε ακούσει λίγο πολύ γι'αυτές τις συνήθειες του λύκου και χωρίς να έχουμε ιδιαίτερες γνώσεις γιά το κυνήγι του - αν ήταν όμως γιά λαγό ...ε Γιάννη ; - και το σπουδαιότερο , δεν είχαμε και τον κατάλληλο οπλισμό γιά να μπορέσουμε να φέρουμε ένα καλό αποτέλεσμα .
Είχαμε όμως τον ενθουσιασμό , την ψυχραιμία , την αποφασιστικότητα και κυρίως την επιθυμία να κάνουμε κι' εμείς κάτι γιά νακούφιση των τσοπάνηδων .Δεν είχαμε όμως επίγνωση , ούτε που το σκεφτήκαμε καν , του κινδύνου που μπορούσαμε να διατρέξουμε. Είχαμε δε και κυνηγετικό σύμβουλο τον Αντρέα Κάγκαλο ( Λουταντρέα ) , ο οποίος μάλιστα ύστερα από χρόνια σκότωσε και λύκο στο μαντρί του , ίσως ο μοναδικός , αν δεν κάνω λάθος , τσοπάνης η κυνηγός μέσα στο Λιδορίκι και τα γύρω χωριά .
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι........
Η πιό πάνω όμορφη ιστορία οφείλεται σε μιά νεανική αφήγηση του αξέχαστου , αγνού Λιδορικιώτη και υπέροχου ανθρώπου , Αθαν . Κοκκαλιά και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα " ΛΙΔΩΡΙΚΙ " τον Μάρτιο του 1982 , στο 4ο φύλλο , πριν απο 25 χρόνια....
Το επόμενο...επεισόδιο : Στα χνάρια του...λύκου.....
Το έγραψε ο Κώστας Καψάλης στις 00:26 0 σχόλια
Labels: ΛΙΔΟΡΙΚΙΩΤΙΚΗ ΖΩΗ........
No comments:
Post a Comment