Εκεί στης Θήβας την καμπίσια άβυσσο
που χάνει ο νους , από της γης τα πλούτη,
ένα μικρό συνάντησα , πικρό , παράδεισο
πνιγμένο , μέσ’της λάσπης το κουρκούτι.
Λειψές παράγκες , από τσίγκια και σαπόξυλα ,
κουρέλια στα παράθυρα ,σαν ξεφτισμένα βρόχια ,
να μη μπορεί να μπεί η ελπίδα στα καρδόφυλλα ,
ντροπή ! ! ! έξω η ντροπή και μέσα η... φτώχεια.
Ξυπόλητα παιδιά , που παίζουν στα λασπόνερα ,
χλωμά γυφτάκια , με μαυροθλιμένα μάτια ,
τάχει ο λευκός θεός , τιμωρημένα , απόμερα ,
κι’η μελαψή , αθώα , καρδούλα τους , κομμάτια.
Μα σαν βραδιάσει , ασετυλίνες , λυχνοφάναρα ,
ρίχνουν τ’αχνό τους φως , πέρα ως πέρα ,
μεριάζει η πείνα , κι’αρχινούν τα λιανοτράγουδα.,
έχει ο θεός !! αύριο , ξημερώνει άλλη ..μέρα. Κ.-
Λιδορίκι 23 10 95.
No comments:
Post a Comment